Τζάιλς Μίλτον: «Αυτό που συνέβη τον Σεπτέμβριο του 1922 θα μπορούσε εύκολα να συμβεί ξανά»
«Χαμένος παράδεισος – Σμύρνη 1922, η καταστροφή της μητρόπολης του μικρασιατικού ελληνισμού» (μτφρ. Αλέξης Καλοφωλιάς, εκδ. Μίνωας).
Συνέντευξη με τον Βρετανό δημοσιογράφο και συγγραφέα Τζάιλς Μίλτον (Gilles Milton) για το βιβλίο του «Χαμένος παράδεισος – Σμύρνη 1922, η καταστροφή της μητρόπολης του μικρασιατικού ελληνισμού» (μτφρ. Αλέξης Καλοφωλιάς, εκδ. Μίνωας). Ο συγγραφέας παρουσίασε το βιβλίο του στις 3 Οκτωβρίου, στο Αμερικανικό Κολλέγιο Ελλάδος (The American College of Greece).
Του Κ.Β. Κατσουλάρη
Είναι ένα από τα πιο διαβασμένα βιβλία για την καταστροφή της Σμύρνης. Το μυστικό του; Διασταυρωμένες πληροφορίες, αντικειμενικές πηγές (στο μέτρο του δυνατού), συναρπαστικό γράψιμο. Όπως φαίνεται και από την κουβέντα που ακολουθεί, που έγινε γραπτώς λίγες μέρες πριν από την εμφάνιση του συγγραφέα στη χώρα μας, ο Τζάιλς Μίλτον είναι ένας παθιασμένος άνθρωπος, που αγαπάει τα θέματά του και δεν κουράζεται να μιλάει γι’ αυτά.
Επιλέξατε να διηγηθείτε τα γεγονότα που οδήγησαν στην καταστροφή της Σμύρνης, την πυρκαγιά, τις σφαγές, από τη μεριά μιας «ουδέτερης» κοινότητας, των Λεβαντίνων. Διαπιστώσατε σε κάποιο σημείο της έρευνάς σας τα όρια αυτής της επιλογής; Χρειάστηκε να πάτε και παραπέρα;
Το ζήτημα του ποιος πυρπόλησε τη Σμύρνη παραμένει ένα εξαιρετικά αμφιλεγόμενο θέμα. Ακόμη και σήμερα, Έλληνες και Τούρκοι διαφωνούν έντονα για το ποιος έκαψε την πόλη. Οι Τούρκοι υποστηρίζουν ότι οι Έλληνες είχαν κάψει πολλές πόλεις και χωριά στο εσωτερικό της Μικράς Ασίας, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που κατοικούνταν από Έλληνες και χρησιμοποιούν το επιχείρημα ως «απόδειξη» ότι οι Έλληνες έκαψαν και τη Σμύρνη. Ενώ όμως είναι αλήθεια ότι ο ηττημένος ελληνικός στρατός είχε πράγματι κάψει σπίτια καθώς υποχωρούσε προς τη Σμύρνη, οι Τούρκοι ιστορικοί προσφέρουν ελάχιστα στοιχεία που να αποδεικνύουν ότι έκαναν το ίδιο στη Σμύρνη.
Οι Έλληνες ιστορικοί υποστηρίζουν ότι οι ίδιοι οι Τούρκοι έκαψαν τη Σμύρνη, επειδή ήθελαν να «καθαρίσουν» την Τουρκία από τον σημαντικό ελληνικό πληθυσμό της. Καταστρέφοντας την πόλη, άφησαν εκατοντάδες χιλιάδες Έλληνες πρόσφυγες χωρίς άλλη επιλογή παρά να φύγουν για να σώσουν τη ζωή τους.
Παρέμεινα ανοιχτός όταν ερευνούσα το βιβλίο. Με ενδιέφεραν ιδιαίτερα οι μαρτυρίες των Λεβαντίνων και των Αμερικανών, γιατί αυτές οι δύο κοινότητες σπάνια τάσσονταν υπέρ μίας ή άλλης πλευράς. Πράγματι, δεν τους ένοιαζε ιδιαίτερα ποιος κυβερνούσε τη Σμύρνη, αρκεί να συνέχιζαν να βγάζουν χρήματα. Όταν επρόκειτο να κάνουν τον απολογισμό τους για τον Σεπτέμβριο του 1922, απλώς κατέγραψαν τα γεγονότα όπως τα έβλεπαν. Ανακάλυψα πολλές μαρτυρίες τους –καταγεγραμμένες σε ημερολόγια, επιστολές και απομνημονεύματα– που δεν μου άφησαν καμία αμφιβολία ότι οι Τούρκοι στρατιώτες ηθελημένα και εσκεμμένα πυρπόλησαν την πόλη. Χρησιμοποίησαν κονσέρβες κηροζίνης που μεταφέρθηκαν ειδικά στην πόλη για να εξασφαλίσουν ότι η κόλαση θα εξαπλωθεί γρήγορα.
Ανακάλυψα πολλές μαρτυρίες τους –καταγεγραμμένες σε ημερολόγια, επιστολές και απομνημονεύματα– που δεν μου άφησαν καμία αμφιβολία ότι οι Τούρκοι στρατιώτες ηθελημένα και εσκεμμένα πυρπόλησαν την πόλη.
Μία από τις πιο συναρπαστικές αναφορές ήταν της Μις Μίνι Μιλς, επικεφαλής του Αμερικανικού Ινστιτούτου Κολεγίων. Παρακολούθησε Τούρκους στρατιώτες να πλημμυρίζουν τα σπίτια των Αρμενίων με βενζίνη και στη συνέχεια να τους βάζουν φωτιά. Η δική της περιγραφή των γεγονότων παρέμεινε αδιάβαστη επί δεκαετίες στα αρχεία του Αμερικανικού Κολεγίου Ελλάδος. Είναι οκτώ σελίδες, χειρόγραφο και είναι εξαιρετικά λεπτομερής. Καλύπτει τα γεγονότα από τις 5 Σεπτεμβρίου έως τις 8μμ στις 13 Σεπτεμβρίου και περιλαμβάνει την πυρπόληση του δικού της σχολείου.
«Οι υπηρέτες μας ανέβηκαν στην ταράτσα και κατέβρεχαν τους τοίχους. Τότε οι στρατιώτες που μας περικύκλωσαν απείλησαν ότι θα πυροβολούσαν τους υπηρέτες αν δεν σταματούσαν να καταβρέχουν τους τοίχους. Τότε καταλάβαμε ότι η πυρπόληση του σχολείου ήταν προαποφασισμένη».
Είναι χαρακτηριστικό ότι η φωτιά ξεκίνησε μια μέρα που ο άνεμος είχε αλλάξει κατεύθυνση. Αυτό σήμαινε ότι οι ελληνικές, αρμενικές και ευρωπαϊκές συνοικίες της πόλης διέτρεχαν σοβαρό κίνδυνο να τυλιχθούν στις φλόγες, ενώ η τουρκική συνοικία ήταν πιθανό να παραμείνει ανέγγιχτη. Κι αυτό ακριβώς συνέβη.
Πολλές από τις πηγές που χρησιμοποίησα ήταν αδημοσίευτες και δεν είχαν δει ποτέ πριν το φως της δημοσιότητας: πρόκειται για προσωπικές επιστολές και ημερολόγια που γράφτηκαν από τις μεγάλες λεβαντίνικες δυναστείες που ζούσαν στη Σμύρνη και γύρω από αυτήν. Αυτό συνεπαγόταν πολλή δουλειά: όταν έγραφα το βιβλίο μου δεν υπήρχε αρχείο λεβαντίνικο (υπάρχει τώρα διαδικτυακό) και έπρεπε να βρω τους απογόνους των μεγάλων οικογενειών της Σμύρνης και να ρωτήσω αν είχαν κάποιο οικογενειακό χαρτί από το 1922. Ευτυχώς, πολλοί από αυτούς είχαν!
Ο συγγραφέας διαβάζει αποσπάσματα από το βιβλίο του, στο Γραφείο Τύπου της Ελληνικής Πρεσβείας στη Νέα Υόρκη, στις 2 Οκτωβρίου του 2008. |
Το βιβλίο σας έχει εκδοθεί και στην Τουρκία, και σας άκουσα να λέτε ότι ο Τούρκος εκδότης σας σάς είπε ότι διαφωνεί με τα όσα λέτε, αλλά θεωρεί σημαντικό να υπάρχει το βιβλίο σας στην Τουρκία. Από τη μεριά των Ελλήνων, συναντήσατε καθόλου παρόμοιες ή άλλες αντιδράσεις;
Αυτό είναι όντως σωστό. Ο Τούρκος εκδότης μου είναι πεπεισμένος ότι οι Αρμένιοι πυρπόλησαν τη Σμύρνη, κάτι που το βρίσκω εντελώς μη πειστικό, αλλά θεώρησε σημαντικό το βιβλίο μου να είναι διαθέσιμο στο τουρκικό κοινό. Μου έκανε εντύπωση η στάση του. Μου εξασφάλισε μάλιστα πρόσκληση στην έκθεση βιβλίου της Κωνσταντινούπολης για να παρουσιάσω το βιβλίο μου αυτοπροσώπως. Μου έχουν μεταφέρει ότι οι αντιδράσεις στο βιβλίο μου στο τουρκικό διαδίκτυο δείχνουν μάλλον λιγότερο διαφωτισμένες απόψεις από αυτή του εκδότη μου. Υπάρχουν πολλοί άνθρωποι που διαφωνούν έντονα με όλα όσα έγραψα. Με προειδοποίησαν να μην διαβάσω μερικά από τα πιο προσβλητικά και απειλητικά σχόλια.
Ο ελληνικός τύπος ήταν πολύ ευγενικός με το βιβλίο, ίσως λόγω των συμπερασμάτων μου για τη μεγάλη φωτιά. Είχε ευρεία κάλυψη από τότε που πρωτοεμφανίστηκε το 2009.
Όσον αφορά τον Τύπο του Ηνωμένου Βασιλείου, χάρηκα που έλαβα την ακόλουθη κριτική από τον επιφανή ιστορικό, Φίλιπ Μάνσελ. Ονόμασε το βιβλίο «κατηγορώ για τον εθνικισμό» και πρόσθεσε:
«Ο Μίλτον πήγε εκεί όπου οι βιογράφοι του Ατατούρκ και οι ιστορικοί της Τουρκίας, που συχνά θέλουν την τουρκική επίσημη υποστήριξη, φοβήθηκαν να πατήσουν. Έχει αναπαράγει αφηγήσεις μεμονωμένων Αρμενίων, Ελλήνων και ξένων αυτοπτών μαρτύρων, καθώς και αφηγήσεις Βρετανών ναυτικών και προξένων. Είναι μια πολύ αναγκαία διόρθωση της επίσημης ιστορίας».
Πώς εξηγείτε σήμερα τη στάση των δυτικών συμμάχων των Ελλήνων και την απροθυμία τους να επέμβουν, έστω ανθρωπιστικά, κατά τη διάρκεια της καταστροφής της Σμύρνης;
Η καταστροφή της Σμύρνης θα μπορούσε σίγουρα να είχε αποτραπεί από τα 21 πολεμικά πλοία των Συμμάχων στον κόλπο της Σμύρνης. Οι Μεγάλες Δυνάμεις θα μπορούσαν επίσης να είχαν αποτρέψει τη σφαγή που ακολούθησε. Αλλά οι διοικητές αυτών των δυτικών πολεμικών πλοίων είχαν αυστηρές εντολές να μην επέμβουν στην εκτυλισσόμενη κρίση. Οι Αμερικανοί μάλιστα έστειλαν δύο δημοσιογράφους στη στεριά με εντολή να γράψουν άρθρα που θα έδειχναν κατανόηση προς την τουρκική πλευρά.
Οι δυτικές δυνάμεις είχαν ήδη το βλέμμα στραμμένο στις πλούσιες εμπορικές συμφωνίες που ήλπιζαν να συνάψουν με το νέο τουρκικό καθεστώς.
Γιατί; Επειδή οι πολιτικοί στο Λονδίνο και την Ουάσιγκτον γνώριζαν ότι ο Μουσταφά Κεμάλ και οι Τούρκοι Εθνικιστές του είχαν κερδίσει τον πόλεμο ενάντια στον ελληνικό στρατό. Οι δυτικές δυνάμεις είχαν ήδη το βλέμμα στραμμένο στις πλούσιες εμπορικές συμφωνίες που ήλπιζαν να συνάψουν με το νέο τουρκικό καθεστώς. Δεν ήθελαν να καταγραφεί ότι βοηθούν δεκάδες χιλιάδες ηττημένους Έλληνες και Αρμένιους παγιδευμένους στην προκυμαία.
Στους Βρετανούς επικρατούσε ιδιαίτερη νευρικότητα, λόγω της ταυτόχρονης αναμέτρησης που γινόταν μεταξύ των δικών τους στρατευμάτων και εκείνων του Μουσταφά Κεμάλ, μέσα και γύρω από την Κωνσταντινούπολη. Δεν ήθελαν να αναζωπυρώσουν μια ήδη ευαίσθητη κατάσταση.
Επίσης, μήπως έχετε ερευνήσει πού βρισκόταν το ελληνικό Ναυτικό εκείνες τις ημέρες του Σεπτεμβρίου, τις μέρες της πυρκαγιάς; Γιατί οι ίδιοι οι Έλληνες δεν έτρεξαν να σώσουν τους ομοεθνείς τους (εκτός από ελάχιστες εξαιρέσεις);
Την ώρα της φωτιάς υπήρχαν πολλά ελληνικά σκάφη στη θάλασσα γύρω από τη Σμύρνη, ωστόσο δεν έκαναν τίποτα για να σώσουν τους απελπισμένους συμπατριώτες τους. Αυτό οφειλόταν σε μεγάλο βαθμό στο γεγονός ότι ο Αμερικανός διοικητής, ναύαρχος Μαρκ Μπρίστολ, αρνήθηκε να εγγυηθεί την ασφάλεια αυτών των σκαφών εάν εισέρχονταν στον κόλπο της Σμύρνης. Γιατί; Γιατί δεν ήθελε να φαίνεται ότι βοηθά τους Έλληνες με κανέναν τρόπο. Ο ναύαρχος Μπρίστολ είχε σίγουρα αρκετή δύναμη πυρός στα τρία πολεμικά πλοία του για να προστατεύσει τον ελληνικό στόλο, αν το ήθελε.
Αφέθηκε σε έναν εξαιρετικό Αμερικανό ιεραπόστολο στη Σμύρνη, τον Έιζα Τζένινγκς, να σώσει τις ζωές δεκάδων χιλιάδων απελπισμένων Ελλήνων προσφύγων. Ο Τζένινγκς είχε κάνει ελάχιστα αξιοσημείωτα πράγματα στην ενήλικη ζωή του. Ντροπαλός, νευρικός και σαφώς ένας αντιήρωας, θα μπορούσε εύκολα να είχε φύγει από τη Σμύρνη όταν τα τουρκικά στρατεύματα άρχισαν να καταστρέφουν την πόλη, επειδή όλοι οι Αμερικανοί υπήκοοι μεταφέρονταν στα τρία πολεμικά πλοία των ΗΠΑ που ήταν αγκυροβολημένα στον κόλπο.
O Τζένινγκς επέβλεψε τη διάσωση εκατοντάδων χιλιάδων Ελλήνων και Αρμενίων προσφύγων. Σώθηκαν από την προκυμαία της Σμύρνης και μεταφέρθηκαν ασφαλείς στο κοντινό νησί της Μυτιλήνης. Έμελλε να αποδειχθεί μια από τις μεγαλύτερες αποστολές διάσωσης των αρχών του 20ου αιώνα.
Όμως ο Τζένινγκς τρόμαξε από τις βάναυσες σκηνές που διαδραματίζονταν στην προκυμαία της Σμύρνης και αποφάσισε να δράσει. Με ασυνήθιστη ανδρεία, προσποιήθηκε ότι ήταν υψηλόβαθμος Αμερικανός αξιωματούχος που διοικούσε την (ανύπαρκτη) αποστολή διάσωσης της Δύσης. Στη συνέχεια επικοινώνησε με την ελληνική κυβέρνηση στην Αθήνα και τους διέταξε να του δώσουν τη διοίκηση των 25 ελληνικών σκαφών που στέκονταν αδρανή στα ανοιχτά της Σμύρνης. Προς έκπληξή του, οι Έλληνες υπουργοί συμφώνησαν. Πίστευαν ότι ήταν, πράγματι, ένας σημαντικός και υψηλόβαθμος Αμερικανός αξιωματούχος.
Τις ημέρες που ακολούθησαν, ο Τζένινγκς επέβλεψε τη διάσωση εκατοντάδων χιλιάδων Ελλήνων και Αρμενίων προσφύγων. Σώθηκαν από την προκυμαία της Σμύρνης και μεταφέρθηκαν ασφαλείς στο κοντινό νησί της Μυτιλήνης. Έμελλε να αποδειχθεί μια από τις μεγαλύτερες αποστολές διάσωσης των αρχών του 20ου αιώνα.
Οι Αμερικανοί που ζούσαν στη Σμύρνη, αποκαλούσαν τη συνοικία τους «Παράδεισο». Μπορεί η πολυπολιτισμική Σμύρνη εκείνης της εποχής να αποτελέσει σήμερα ένα παράδειγμα συμβίωσης, σε έναν κόσμο διχασμένο, όπου τα μίση ανάμεσα σε κοινότητες, θρησκείες, πολιτισμούς, είναι και πάλι οξυμένα; Ή μήπως, όπως ισχυρίζονται ορισμένοι, η τραγική κατάληξη εκείνης της συμβίωσης θα έπρεπε να μας δώσει ένα διαφορετικό μάθημα;
Ένας από τους λόγους που με τράβηξε η ιστορία της Σμύρνης ήταν επειδή η πόλη ήταν σαν πρόδρομος των σύγχρονων, κοσμοπολίτικων και πολυγλωσσικών πόλεων μας. Ήταν πραγματικά ένα χωνευτήρι θρησκειών και εθνοτήτων: Ελλήνων, Τούρκων, Αρμενίων, Ευρωπαίων, Λεβαντίνων και Εβραίων. Για δεκαετίες, αυτές οι κοινότητες ζούσαν αρμονικά. Αναμιγνύονταν κοινωνικά, έπαιζαν στις ίδιες ποδοσφαιρικές ομάδες, παρευρίσκοντο ο ένας στους γάμους του άλλου. Οι Αμερικανοί που έφτασαν στη Σμύρνη στο δεύτερο μισό του δέκατου ένατου αιώνα δεν είχαν γνωρίσει ποτέ μια τόσο ανοιχτόμυαλη πόλη. Ήταν πιο ανεκτική από τις δικές τους πόλεις στην πατρίδα – τόσο πολύ που ένιωθαν ότι είχαν προσγειωθεί στον παράδεισο. Όταν εγκαταστάθηκαν στον δικό τους τομέα της πόλης, στην πραγματικότητα το ονόμασαν Παράδεισος – εξ ου και ο τίτλος του βιβλίου μου.
Αλλά η ιστορία της Σμύρνης πρέπει επίσης να είναι μια προειδοποίηση για όλους εμάς που ζούμε σε μεγάλες κοσμοπολίτικες πόλεις. Αυτό που συνέβη τον Σεπτέμβριο του 1922 θα μπορούσε πολύ εύκολα να συμβεί ξανά. Το μάθημα της Σμύρνης είναι ότι αυτό που χρειάζεται δεκαετίες για να χτιστεί, μπορεί να καταστραφεί σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα.