Η Ευρώπη δεν θα ξεφύγει από την αύξηση της χρήσης κλιματιστικών
Σε κλοιό υψηλών θερμοκρασιών βρίσκεται εδώ και μια εβδομάδα η Ευρώπη και οι πολίτες της προσπαθούν να ανταπεξέλθουν χωρίς κλιματισμό, καθώς είναι γνωστό ότι η γηραιά ήπειρος ως το πρόσφατο παρελθόν δεν χρειάστηκε να επενδύσει σε αυτό τον τομέα.
Με βάση τα υπάρχοντα στοιχεία, μόλις το 10% των νοικοκυριών διαθέτουν κλιματισμό. Αλλά καθώς οι θερμοκρασίες αυξάνονται, το ποσοστό αυτό είναι προφανές ότι θα αυξηθεί με ο,τι αυτό μπορεί να σημαίνει για την κλιματική αλλαγή. Η χρήση νέων κλιματιστικών μονάδων και μάλιστα η μαζική χρήση θα δημιουργήσει νέες προκλήσεις, ενώ θα επιβαρυνθούν τα ηλεκτρικά δίκτυα των χωρών με απρόβλεπτες συνέπειες για τη λειτουργία των δομών.
Η κλιματική αλλαγή καθιστά την ακραία ζέστη κανόνα σε όλο τον κόσμο, αυξάνοντας την ανάγκη προσαρμογής των πολιτών. Όμως, στην περίπτωση της κλιματικής αλλαγής, ορισμένοι εμπειρογνώμονες ανησυχούν για το πώς θα εξισορροπηθεί αυτή η ανάγκη με τις βλάβες που μπορεί να προκαλέσει η προσφυγή στα κλιματιστικά.
Σύμφωνα με έκθεση του 2018 του Διεθνούς Οργανισμού Ενέργειας (IEA) οι παγκόσμιες πωλήσεις AC υπερτριπλασιάστηκαν μεταξύ 1990 και 2016. Οι πωλήσεις προφανώς θα συνεχιστούν και θα έχουν τριπλασιαστούν ως το 2050.
Ζεστές χώρες όπως η Ινδία και η Ινδονησία ευθύνονται για ένα μεγάλο μέρος της αυξανόμενης χρήσης κλιματιστικών. Μέχρι το 2050, περίπου το ήμισυ της αύξησης της ικανότητας ψύξης με εναλλασσόμενο ρεύμα θα προέλθει από δύο μόνο χώρες, την Ινδία και την Κίνα, σύμφωνα με τον ΙΕΑ. Τα εισοδήματα εκεί αυξάνονται, δίνοντας στους ανθρώπους πρόσβαση σε κλιματισμό για πρώτη φορά, λέει η Enrica De Cian, ερευνήτρια περιβαλλοντικών οικονομικών στο Πανεπιστήμιο Ca’ Foscari στη Βενετία της Ιταλίας.
Η χρήση κλιματιστικών αυξάνεται επίσης σε σχετικά πλουσιότερες και ψυχρότερες χώρες, συμπεριλαμβανομένων εκείνων στην Ευρώπη, κυρίως επειδή η αστικοποίηση και η κλιματική αλλαγή ωθούν τις θερμοκρασίες σε υψηλότερα επίπεδα.
Παρόλα αυτά, πολλοί Ευρωπαίοι διστάζουν να υποδεχτούν τα κλιματιστικά με ανοιχτές αγκάλες. “Το να βλέπουμε το κλιματιστικό ως λύση για τους καύσωνες και την κλιματική αλλαγή είναι φυσικά λίγο προβληματικό λόγω της ενέργειας που χρησιμοποιείται”, λέει ο Daniel Osberghaus, ερευνητής οικονομικών της ενέργειας και του κλίματος στο Κέντρο Ευρωπαϊκών Οικονομικών Ερευνών Leibniz στη Γερμανία.
Σήμερα, οι συσκευές ψύξης, όπως τα κλιματιστικά, αντιστοιχούν περίπου στο 10% της παγκόσμιας κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας -και δεδομένου ότι το μεγαλύτερο μέρος της παγκόσμιας ηλεκτρικής ενέργειας εξακολουθεί να προέρχεται από ορυκτά καύσιμα, αυτό είναι ένα σημαντικό κομμάτι των εκπομπών σε παγκόσμιο επίπεδο. Λόγω της μαζικής χρήσης ενέργειας, “έχουν κακή φήμη”, δηλώνει ο Κέβιν Λέιν, ενεργειακός αναλυτής στον ΙΕΑ.
Ειδικά οι μονάδες ψύξης μπορούν να προκαλέσουν ζημιά στο δίκτυο ηλεκτρικής ενέργειας, επειδή όλες τείνουν να ενεργοποιούνται περίπου την ίδια ώρα, κατά τη διάρκεια των θερμότερων ωρών της ημέρας. Το πρόβλημα αυτό είναι εμφανές σε μέρη όπως το Τέξας, όπου τα καλοκαίρια είναι ζεστά και τα κλιματιστικά ευρέως διαδεδομένα. Οι διαχειριστές του δικτύου του Τέξας παροτρύνουν συχνά τους κατοίκους να μειώνουν τη χρήση κλιματιστικών κατά τις ώρες αιχμής το απόγευμα για να αποφεύγονται οι διακοπές ρεύματος.
Υπάρχει εναλλακτική πρόταση;
Υπάρχουν πιο αποδοτικές εναλλακτικές λύσεις για τις παραθυρικές μονάδες που είναι κοινές σε πολλές πόλεις σήμερα, λέει αναλυτής του ΙΕΑ. Οι χωριστές μονάδες ή οι αντλίες θερμότητας μπορούν να λειτουργήσουν τόσο ως συσκευές ψύξης όσο και ως συσκευές θέρμανσης και μπορεί να είναι πιο αποδοτικές από άλλες επιλογές. Το αρχικό κόστος για τις αντλίες θερμότητας εξακολουθεί να είναι σχετικά υψηλό, αν και το κόστος ζωής μπορεί να ανταγωνιστεί εκείνο άλλων επιλογών λόγω της εξοικονόμησης ενέργειας. Παρ’ όλα αυτά – και σ’ αυτό συμφωνούν όλοι οι επιστήμονες – οι ειδικοί θα πρέπει να εφεύρουν τρόπους αντιμετώπισης των υψηλών θερμοκρασιών και των καυσώνων με τρόπους που δεν θα επιταχύνουν τη σημερινή εικόνα της κλιματικής αλλαγής.
AP