Home Τριτη Ματια Τασμανία: Μια περιπέτεια χαμηλών τόνων στον Ειρηνικό Ωκεανό

Τασμανία: Μια περιπέτεια χαμηλών τόνων στον Ειρηνικό Ωκεανό

by bot

Τασμανία: Μια περιπέτεια χαμηλών τόνων στον Ειρηνικό Ωκεανό

Το μικρό νησί σε σχήμα (σχεδόν) καρδιάς στα νότια της Αυστραλίας υπόσχεται μοναδικές εμπειρίες σε όσους δοκιμάσουν να ταξιδέψουν εκεί

ΝΙΚΟΣ ΜΑΟΥΝΗΣ ΠΗΓΗ 
Ο κόλπος Wineglass στη χερσόνησο Freycinet, στο βορειοδυτικό τμήμα της Τασμανίας. Photo: Shutterstock

Ακόμα κι αν δεν γνωρίζεις κατά πού πέφτει η Τασμανία, σίγουρα ξέρεις τον Ταζ ή αλλιώς Διάβολο της Τασμανίας: τον δημοφιλή χαρακτήρα κινουμένων σχεδίων από τα Looney Tunes της Warner Bros. Εκτός από καρτούν, βέβαια, ο Διάβολος της Τασμανίας είναι και σαρκοφάγο μαρσιποφόρο, που εξακολουθεί να ενδημεί στο νησί, αν και τα τελευταία χρόνια απειλείται με εξαφάνιση.

Η Τασμανία –ή αλλιώς «Tassie», όπως την αποκαλούν χαϊδευτικά– είναι ένα μικρό νησί σε σχήμα (σχεδόν) καρδιάς, αποκομμένο από την ηπειρωτική χώρα της Αυστραλίας, το οποίο εσχάτως γνωρίζει ραγδαία ανάπτυξη. Μια διαφορετική εικόνα από εκείνη που επικρατούσε παλιότερα, όταν οι περισσότεροι τη θεωρούσαν ένα ρουστίκ μέρος με αγροίκους κατοίκους, οι οποίοι σε υποδέχονταν με καραμπίνες στα χέρια, εάν για κάποιον λόγο βρισκόσουν εντός των χωραφιών τους.

Η εικόνα έχει σίγουρα τις υπερβολές της, πάντως δεν υπήρχε τότε καμία αίσθηση κοσμοπολιτισμού στο νησί. Έτσι, το μόνο που αντιλαμβάνονταν οι λίγοι επισκέπτες ήταν η καταπληκτική, απόκοσμη φύση του. Ήταν άλλωστε αυτή που κράτησε την Τασμανία μακριά από τη βάρβαρη παρέμβαση του Ανθρώπου, διατηρώντας την ως ένα αμάλγαμα από ολόλευκες, εξωτικές παραλίες, κοραλλένια νερά, ερεικώνες δίπλα σε κακοτράχαλα βουνά, οργιώδη βλάστηση τύπου Νέας Ζηλανδίας (με άφθονες φτέρες), άγονες πεδιάδες, βαλτότοπους και ηφαιστειογενή τοπία.

Ολόλευκες, εξωτικές παραλίες. Photo: Hangah Liong/Unsplash

Ερεικώνας στο βουνό Anne. Photo: JJ Harrison/Wikipedia Creative Commons
Διατρέχοντας το νησί
Ενάντια στη προηγούμενη φήμη της, η σημερινή Τασμανία ανθίζει σιγά-σιγά, έχοντας να προσφέρει μοναδικές φυσικές και πολιτιστικές εμπειρίες, αλλά και μια ενδιαφέρουσα γαστρονομική σκηνή. Πράγματα, δηλαδή, τα οποία κυριολεκτικά αλλάζουν το παιχνίδι, όπως αντιλήφθηκαν και τα τοπικά ξενοδοχεία, που ολοένα και αυξάνουν, προσελκύοντας φίλους της άγριας φύσης, της σύγχρονης τέχνης, gourmet foodies, αλλά και λάτρεις του κρασιού. To σίγουρο είναι, πάντως, ότι το νησί εξακολουθεί να απευθύνεται σε όσους επιθυμούν να ζήσουν μια περιπέτεια χαμηλών τόνων εκτός mainstream δικτύου, στην ανεξερεύνητη πλευρά του «Down Under», όπως λένε χαριτολογώντας την περιοχή της Αυστραλίας.

Την Τασμανία μπορείς να τη διασχίσεις άνετα με αυτοκίνητο, μέσα σε λίγες μόνο ημέρες. Ωστόσο, η τεράστια ποικιλία των εναλλασσόμενων τοπίων –προϊστορικά δάση, θάλασσες, βράχια, βουνά, μια δαντελένια ακτογραμμή, μέρη τραχιά και δύσβατα και άλλα σμιλεμένα και λεία, σκεπασμένα με μια αέρινη, λευκή σκόνη– σε ωθεί να εξερευνήσεις βαθύτερα. Κάνοντάς το, λοιπόν, θα βρεις ότι σε αυτό το απομακρυσμένο κομμάτι γης έχει αναπτυχθεί μια φυσιολατρική κουλτούρα βασισμένη σε υπαίθριες δραστηριότητες όπως πεζοπορία, ποδηλασία και ιστιοπλοΐα, που αποτελούν αναπόσπαστο κομμάτι της καθημερινότητας των κατοίκων. Ακόμα και οι φίλοι του γκολφ, σημειωτέον, θα βρουν εδώ θαυμάσια γήπεδα, αλλά και πολύ οργανωμένες εγκαταστάσεις.

Οργιώδης βλάστηση με φτέρες. Photo: Wikipedia Creative Commons

Διάβολος της Τασμανίας. Photo: Wikipedia Creative Commons
Εντωμεταξύ, τα «σπρέι» που δέχεται το νησί από την Ανταρκτική σε όλη τη διάρκεια του έτους, οι συχνές βροχές και το δροσερό κλίμα με τον «καθαρότερο αέρα στον κόσμο» (όπως θα ακούσετε να λένε), συμβάλλουν στην ιδιαιτερότητα αυτής της νησιωτικής πολιτείας της Αυστραλίας. Προσθέτοντας, έτσι, στην παράξενη φύση της και στην ιδιαίτερη γαστρονομία και οινοπαραγωγή της –πλέον, μάλιστα, τα τασμανικά κρασιά έχουν δημιουργήσει τη δική τους διεθνή τάση, θεωρούμενα από τα καλύτερα στον κόσμο.

Η αλήθεια, βέβαια, είναι ότι εξακολουθεί και φαντάζει περίεργο πώς μία από τις πιο άγριες από άποψη φύσης πολιτείες της Αυστραλίας μετατράπηκε σε κορυφαίο γαστρονομικό προορισμό. Ωστόσο πρέπει να λάβει κανείς υπόψη ότι τα ποικίλα μικροκλίματα του νησιού, καθώς και το άφθονο, ποιοτικό –και κυρίως φυσικό– νερό, επιτρέπουν σε όλα τα προϊόντα που καλλιεργούνται εδώ να ευδοκιμήσουν. Μάλιστα, φύεται ακόμα και το γιαπωνέζικο

Αξίζει επίσης να σημειώσουμε πως, παλαιότερα, τόσο η απομόνωση, όσο και η φτώχεια του νησιού ανάγκασε τους Ευρωπαίους αποίκους του να τελειοποιήσουν τις μεθόδους καλλιέργειας από νωρίς, ώστε να επιβιώσουν. Ακόμη και σήμερα, οι τασμανικοί νόμοι όσον αφορά τη γεωργία και την κτηνοτροφία είναι πολύ αυστηροί: για παράδειγμα, όλα τα ζωντανά που παράγουν κρέας εκτρέφονται αποκλειστικά χωρίς ορμόνες.

Το κρασί, τώρα, όπως ήδη είπαμε, ανήκει στα πιο χαρακτηριστικά προϊόντα της Τασμανίας. Η παραγωγή, βέβαια, είναι σαφώς μικρότερη σε σύγκριση με τις πολιτείες της ηπειρωτικής Αυστραλίας. Τα φημισμένα αφρώδη λευκά, όμως, που καλύπτουν το 40% της παραγωγής του νησιού, είναι παγκόσμιας κλάσης. Κάντε λοιπόν μια στάση στο μπαρ «Lucinda» (πήρε το όνομά του από το ομώνυμο τραγούδι του Tom Waits), στην καρδιά της πρωτεύουσας Hobart (Χόμπαρτ), για ένα χαλαρό σνακ ή για μεσημεριανό, απολαμβάνοντας παράλληλα μια γευσιγνωσία από δυνατές χρονιές με τοπικούς οίνους.

To ειδικό φέρρυ προς το μουσείο MONA. Photo: Wikipedia Creative Commons

Τελευταία, με τα κορυφαία openings στην τέχνη και στο φαγητό, με τα καινοτόμα οινοποιεία και τα νέα ξενοδοχεία, η Τασμανία διαθέτει πλέον πολλά εκλεπτυσμένα ατού για να ανταγωνιστεί την ηπειρωτική χώρα. Πριν από περίπου 10 χρόνια, μάλιστα, οι who’s who της παγκόσμιας τέχνης προσκλήθηκαν στο Hobart από τον εκκεντρικό δισεκατομμυριούχο τζόγου και συλλέκτη έργων τέχνης Ντέιβιντ Γουόλς. Ο οποίος έστησε ένα γιγαντιαίο πάρτι λίγο έξω από την εργατική πόλη όπου μεγάλωσε, προκειμένου να εγκαινιάσει το συγκρότημα που χτίστηκε ειδικά για τη φιλοξενία της δικής του συλλογής. Το ονόμασε MONA: Museum of Old & New Art.

Από τότε, λοιπόν, κάτι άλλαξε για τη χαριτωμένη «Tassie». Εκατομμύρια επισκέπτες αποβιβάστηκαν εκεί, ενώ τα τελευταία χρόνια ολοένα και πληθαίνουν οι ευκατάστατοι (Αυστραλοί και ξένοι) ταξιδευτές, όσοι είναι διατεθειμένοι να ξοδέψουν πολύ χρήμα για να ανακαλύψουν αυτό το απομακρυσμένο νησί του Ειρηνικού Ωκεανού.

Κάπως έτσι, η Τασμανία συγκαταλέγεται πια στους «must visit» προορισμούς, τάση που εκφράζουν όχι μόνο τα νέα ξενοδοχεία, μα και άλλα συμπαθητικά lodges, όπως και τα σπουδαία εστιατόρια, οι pubs, τα bars και τα street food στέκια που ξεφυτρώνουν διαρκώς, απευθυνόμενα σε όλα τα βαλάντια. Άλλωστε, από τα ανεμοδαρμένα υψίπεδα μέχρι τους ζωγραφισμένους βράχους στο Maria, που είναι σκαλισμένοι στη θάλασσα, υπάρχουν πολλοί λόγοι για να επισκεφθείτε αυτή την τόσο απόμακρη, απόκοσμη και όμορφη πολιτεία της Αυστραλίας.

Προκυμαία στο Hobart, την πρωτεύουσα της Τασμανίας. Photo: Michael Fromholtz/Wikipedia Creative Commons

Ο ιθαγενής πληθυσμός
Οι Αβορίγινες κατοικούσαν τη γη της Τασμανίας επί 42.000 χρόνια, πριν ακόμα αποσχιστεί το νησί από την Αυστραλία. Την εποχή που έφτασαν εκεί οι Ευρωπαίοι ο πληθυσμός τους υπολογίζεται ότι ήταν κάπου ανάμεσα στα 3.000 έως 10.000 άτομα.

Η συνύπαρξη εποίκων και Αβορίγινων δεν υπήρξε καθόλου ειρηνική. Κάποια στιγμή, μάλιστα, ξέσπασε και ο λεγόμενος «Μαύρος Πόλεμος», κατά τον οποίον οι αποικιοκράτες δηλητηρίασαν τα φυτά και ξεκλήρισαν σχεδόν όλους τους ιθαγενείς. Κάποιοι ελάχιστοι που επέζησαν εξωθήθηκαν να εγκατασταθούν στο νησάκι Flinders. Οι περισσότεροι υπέκυψαν έπειτα σε ασθένειες που έφεραν οι Ευρωπαίοι, στις οποίες ο οργανισμός τους δεν είχε αναπτύξει ανοσία. Ο τελευταίος εκτοπισμένος πέθανε το 1876.

To πολυτελές resort «Saffire Freycinet», στην ανατολική ακτή του Hobart. Photo: Saffire Freycinet

Προτάσεις διαμονής στην Τασμανία
Το πολυτελές resort «Saffire Freycinet» βρίσκεται στην ανατολική ακτή του Hobart και άνοιξε λίγο πριν τα εγκαίνια του MONA. Αργότερα, οι ιδιοκτήτες του άνοιξαν κι ένα storytelling ξενοδοχείο ονόματι «Macq01» στην προκυμαία της πρωτεύουσας, ακολουθώντας ένα ιδιότυπο concept: καθένα από τα 114 δωμάτια έλκει το όνομά του από έναν χαρακτήρα προερχόμενο από την ιστορία της Τασμανίας, όπως λ.χ. ο μελισσοκόμος Taffy the Bee Man.

Το boutique hotel «Moss» βρίσκεται απέναντι από το λιμάνι, στην αποβάθρα Salamanca Place, όπου λειτουργούν και τα πιο hot γαστρονομικά σημεία του Hobart –μη διστάσετε να πάρετε συμβουλές από τους ντόπιους, ώστε να ανακαλύψετε τους κρυμμένους θησαυρούς που ξεφεύγουν από τα συνήθη ρεπορτάζ. Το ξενοδοχείο αποτελείται από δύο ιστορικά κτήρια, τα οποία είναι πάνω από 100 ετών. Εξαιρετικά ανακαινισμένο, με σεβασμό και ευαισθησία στην παράδοση, με πολύ ξύλο, άφθονο πράσινο παντού, κρεμαστούς κήπους, αλλά και χειροποίητα πλακάκια στα μπάνια, ζωγραφισμένα στο χέρι.

Tortelli vitello tonnato, στο «Fico», το καλύτερο εστιατόριο της Τασμανίας για το 2023. Photo: Fico

Επιλογές για φαγητό
Ετοιμαστείτε να δοκιμάσετε ολόφρεσκα ψάρια και θαλασσινά αλιευμένα στον Ειρηνικό Ωκεανό –ειδικά τα νόστιμα στρείδια της Τασμανίας, που είναι παγκοσμίως φημισμένα– αλλά και μαγειρέματα με επιρροές από όλο τον κόσμο. Εμείς σας προτείνουμε πιο κάτω μερικά από τα καλύτερα γκουρμέ εστιατόρια του νησιού, ωστόσο μη διστάσετε να φάτε όπου σας κάνει κλικ: σε καμία περίπτωση δεν θα απογοητευτείτε από την τοπική γαστρονομία.

 

Το καλύτερο εστιατόριο της Τασμανίας για το 2023, με έμφαση στο ιταλικό fusion. Οι ιδιοκτήτες και σεφ Federica Andrisani & Oskar Rossi εκφράζουν βαθιά τεχνογνωσία και φροντίδα για κάθε πιάτο. Το τοπικό wasabi ταιριάζει άψογα με ένα τέλεια φιλεταρισμένο (ωμό) kingfish του ωκεανού.

Τασμανικό πιάτο με τα φημισμένα στρείδια του νησιού, στο «Van Bone». Photo: Van Bone
Still Water (Launceston)

Ένα από τα καλύτερα εστιατόρια του νησιού, για περισσότερα από 20 χρόνια. Το μενού του σεφ Craig Will εμπνέεται από τη γενναιόδωρη τασμανική γη, αναδεικνύοντας τα καλά, ντόπια υλικά, όπως τα θαλασσινά, τις τρούφες, και τα φίνα τυριά.

 

Το «Van Bone» είναι από μόνο του προορισμός: κάθε μπουκιά εδώ είναι τόσο μοναδική, όσο και η εκπληκτική θέα στην ακτή του Marion Bay. Σε αυτό το απομονωμένο εστιατόριο των μόλις 20 θέσεων (απέχει 50 λεπτά από το Hobart, οδικώς), ο Tim Hardy μαγειρεύει τοπικές σπεσιαλιτέ σχεδόν αποκλειστικά με φωτιά και καπνό, ενώ η Laura Stucken διαχειρίζεται με χάρη την αίθουσα. Το μενού έχει ως επίκεντρο της φιλοσοφίας του τη βιωσιμότητα και την ελάχιστη σπατάλη, γι’ αυτό και ξεκινά από τον κήπο του ρεστοράν, πριν απευθυνθεί σε κοντινούς παραγωγούς για ό,τι του λείπει –ορισμένοι, μάλιστα, είναι αποκλειστικοί προμηθευτές του.

The Bay of Fires, ένα από τα φυσικά θαύματα της Τασμανίας. Photo: Tianlei Sun/Unsplash
Τι άλλο αξίζει να δείτε ερχόμενοι εδώ
The Bay of Fires

«Ο Κόλπος με τις Φωτιές» εκτείνεται από τον κόλπο Binalong έως το Eddystone Point στη βορειοανατολική ακτή. Πρόκειται για ένα από τα φυσικά θαύματα της Τασμανίας, καθώς εδώ θα δείτε εξωτικές παραλίες σπαρμένες με γυμνούς ογκόλιθους, γεμάτους με ξηρά, παράκτια χόρτα και λειχήνες, που προσκολλώνται στους βράχους από γρανίτη. Οι ζεστές αποχρώσεις της ώχρας βρίσκονται σε πλήρη αντίθεση με το λαμπερό μπλε της θάλασσας, ο δε κόλπος ονομάστηκε έτσι επειδή ένας από τους πρώτους Ευρωπαίους αποίκους –ο τυχοδιώκτης Tobias Furneaux– είδε το 1773 τους ιθαγενείς του νησιού να ανάβουν πυρκαγιές στην παραλία.

Περπατήστε σε αυτό το απόκοσμο τοπίο και θα διαπιστώσετε από πρώτο χέρι πώς ο ασταθής καιρός της Τασμανίας μπορεί μέσα σε λίγες ώρες να μεταμορφώσει μια ήρεμη θάλασσα σε τρικυμιώδη, με πελώρια κύματα που χτυπούν αβυσσαλέα στους τεράστιους βράχους. Στις μέρες με νηνεμία, πάλι, οι δύτες και οι ψαροντουφεκάδες μπορούν να εξερευνήσουν τους πολύχρωμους υφάλους του κόλπου, οι οποίοι βρίθουν από σφουγγάρια και άλλα είδη υποβρύχιας ζωής. Οι τολμηροί με γυαλιά και αναπνευστήρα, πάλι, μπορούν ακόμη και να περάσουν μέσα από τις σήραγγες που σχηματίζονται από τους γρανιτένιους ογκόλιθους κάτω από τα νερά, ενώ οι λάτρεις του καγιάκ θα ενθουσιαστούν διασχίζοντας το γαλήνιο Ansons Bay Lagoon.

Launceston, η δεύτερη μεγαλύτερη πόλη στην Τασμανία. Photo: Nico Smit/Unsplash
Launceston

Το Launceston (ή «Lonnie», όπως το αποκαλούν οι ντόπιοι με αγάπη) είναι η δεύτερη μεγαλύτερη πόλη της Τασμανίας και πολλά κτήριά της θυμίζουν την ακμή της αγγλικής Βικτωριανής Εποχής, καθώς είναι χτισμένα σε στυλ 19ου αιώνα. Υπάρχουν επίσης καταπράσινοι κήποι γεμάτοι με περίεργη, άγρια ζωή, τοπικά φεστιβάλ και μια δημιουργική, μποέμ σκηνή. Οι λάτρεις της τέχνης, ειδικότερα, πρέπει οπωσδήποτε να κατευθυνθούν στο Μουσείο και τη Γκαλερί Τέχνης Queen Victoria, ώστε να απολαύσουν έναν συνδυασμό αποικιακών και ιθαγενών τέχνεργων.

Η περιοχή έχει πολλούς αμπελώνες, αγροκτήματα και τα όμορφα περιβόλια της κοιλάδας Tamar –μια παγκοσμίου φήμης οινοπαραγωγική έκταση– καθώς και μια σειρά εστιατορίων με προϊόντα ντόπιας παραγωγής, wine bars, αλλά και μία farm market, μια φορά τη βδομάδα. Στην άκρη της πόλης, πάλι, το υπέροχο Φαράγγι του Καταρράκτη δελεάζει τους φίλους της πεζοπορίας. Αν θελήσεις, μάλιστα, μπορείς να περπατήσεις πάνω από τον ποταμό South Esk, να δεις στις όχθες τους τεράστιους ογκόλιθους και να διασχίσεις τη λευκή, κρεμαστή γέφυρα, η οποία κατασκευάστηκε στις αρχές του 19ου αιώνα.

Το Εθνικό Πάρκο Walls of Jerusalem, με την επιβλητική King David’s Peak. Photo: Shutterstock
Τα τείχη του Εθνικού Πάρκου της Ιερουσαλήμ
Ένα ταξίδι στη νησιωτική πολιτεία της Αυστραλίας δεν είναι ολοκληρωμένο χωρίς να επισκεφθείτε το επιβλητικό εθνικό πάρκο Walls of Jerusalem (Τείχη της Ιερουσαλήμ). Ετοιμαστείτε βέβαια για μια μεγάλη διαδρομή, μόνο με τα πόδια: θα χρειαστείτε πολλές ώρες, αλλά και πολυήμερες επισκέψεις για να απολαύσετε πλήρως την εκπληκτική φύση που υπάρχει εδώ, ενώ οι διαδρομές θα σας οδηγήσουν ανάμεσα σε βάλτους, βραχώδη εδάφη, αλπικές κοιλάδες και εντυπωσιακά κωνοφόρα δάση.

Το πάρκο βρίσκεται στο έλεος των απρόβλεπτων καιρικών συνθηκών των Highlands της Τασμανίας, γι’ αυτό, αν τολμήσετε την επίσκεψη, φροντίστε να είστε πολύ καλά εξοπλισμένοι. Η κορυφή King David’s Peak υψώνεται (περίπου) 1.600 μέτρα πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας και είναι αναμφισβήτητα το πιο εντυπωσιακό αξιοθέατο για όποιον αναζητά να γνωρίσει τα φυσικά θαύματα του νησιού.

You may also like

artpointview.gr @ 2024