“ΖΗΤΗΜΑ ΑΝΑΠΝΟΗΣ”, ΕΛΕΝΗ ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΥ, ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΠΗΓΗ

    Στον άνθρωπό μου

Η Ελένη Αναστασίου είναι μια νέα γυναίκα, ηθοποιός πρωτίστως που παράλληλα ασκείται στην τέχνη της συγγραφής. Λατρεύει το θέατρο, το υπηρετεί, ξενυχτάει μελετώντας Αντιγόνη και Σοφοκλή, γνωρίζει καθημερινά τον κάματο της πρόβας και ελπίζει στη δική της θεατρική αλήθεια.

Η Ελένη Αναστασίου κατάγεται από τη Θεσσαλονίκη. Από νωρίς ξεκίνησε να δοκιμάζει τις αντοχές της και τις πνευματικές της δυνάμεις πάνω στον στίχο, παιδεύοντας τον εαυτό της κι εκείνον, ώστε να μπορεί την επόμενη μέρα των πολύ νεανικών της χρόνων να εκφράζεται μυστικά για κείνη, για τον εαυτό της. Γιατί αργότερα,ναι, συμβαίνει συχνά, πήρε την απόφαση να εκτεθεί σε κοινή θέα.

Η ποιητική της συλλογή «Ζήτημα Αναπνοής» έφτασε αναπάντεχα στα χέρια μου και τη διάβασα μονομιάς καθώς βρήκα πολλά κοινά σημεία με την ποίηση που μου ταιριάζει.

Ένα πρώτο συμπέρασμα, απότοκο αυτής της ανάγνωσης είναι ότι όλους τους στίχους τους διαπερνά μια συνεχής ανησυχία για το άλλο, το διαφορετικό, το άγνωστο, ακόμη και για τις χιλιοειπωμένες λέξεις των ανθρώπων…

«Γνωρίζω την επιθυμία και την άρνηση

Αναπαύομαι στο θέλω και στο όχι

 

Φοβάμαι για το άγνωστο που

Συντροφεύεται από την ελπίδα

 

Καλλιεργώ τις λέξεις που φτάνουν στο νόημα

Φορώντας απλώς το βλέμμα που τις ταιριάζει

 

Αυτά που είχα να σου πω, χάθηκαν στο άγνωστο

Κι ελπίζω να βρεθούν προτού βουτηχτούν στο όχι.»

 Ας προσπαθήσω όμως να περιγράψω όσα αισθάνθηκα διαβάζοντας:

Από δω κι από εκεί, διάσπαρτα στη συλλογή διακρίνω ξεθωριασμένες κόκκινες πινελιές στο χρώμα μιας τουλίπας που υπήρξε σε υπερβολικά δυνατή άνθηση και τώρα βρίσκεται σε αποδρομή. Μια  πιεστική αναζήτηση της θάλασσας και της ελευθερίας που πιστεύουμε πως τη συνοδεύει. Μα όταν αναζητάς τη θάλασσα, απορρίπτεις τους ανθρώπους; Όχι, δεν το πιστεύω ότι η Ελένη κάνει έναν τόσο βαρύ διαχωρισμό.

Αλλά η ίδια αναρωτιέται:

« Ίσως  και να φοβάμαι να τολμήσω

‘Η να τόλμησα χωρίς το προσδοκώμενο τέλος. Όμως η ζωή είναι μια θάλασσα;»

ΑΓΝΩΣΤΟ

«Είναι που ποτέ δεν μπόρεσα

Να μυρίσω ένα ανθισμένο λουλούδι

Γι’ αυτό να μην ξέρω

Πώς είναι να ανοίγεσαι στους ανθρώπους

……

Είναι που ποτέ δεν μπόρεσα

Να μπω σε μια θάλασσα

Για αυτό δεν ξέρω τι θα πει ελευθερία….

Ώρες ώρες ο ποιητικός λόγος, καθόλου έμφοβος, μετουσιώνεται σε απόσταγμα πικρίας στις άκρες των στίχων. ‘Η αν όχι πικρίας, σαν ένα παράπονο διαρκείας, το ανεκπλήρωτο του ανθρώπου, άρα του έρωτα κυρίως. Γιατί κάπου διαβάζω για δραπέτες έρωτες -αν το εισπράττω σωστά – που άφησαν πίσω το άρωμά τους.

Αν

«Αν μου έδινες μια κόλλα χαρτί, ίσως

Να μπορούσα να σου δείξω

Κάτι που δεν θα δεις ποτέ..

….

Αν κάθε φορά που ταξίδευες έλειπε το σώμα σου

Είμαι η μόνη που θα γνώριζε πού είναι

…..

Και η ελπίδα:

«Αν προσπαθούσες να μιλήσεις με την καρδιά σου

Αυτό θα σήμαινε πως όλα τώρα ξεκινάνε»

Έχει απολογισμούς ο στίχος της Ελένης; Νομίζω ναι, αν και θα αναρωτηθώ «μα πότε πρόλαβε να έχει;»

Φθορά

«Έσπασε και αυτή η χορδή της κιθάρας

Άντε να βρω τώρα άλλη να την αντικαταστήσω

Λιώσανε όλες

Αυτή όμως κόπηκε τελείως

Ξέρεις οι χορδές είναι σαν τα συναισθήματα

Τόσο ευαίσθητες

Κι εγώ είμαι γεμάτη από δαύτα

Άγγιξες πολλές χορδές μου

Λίγες έβγαλαν όμως μουσική

Ελάχιστες

Τώρα κόπηκαν κι αυτές

Που πιάνουν τις πιο ψηλές νότες

Την άλλαξα τελικά

Κι αυτή τη χορδή στην κιθάρα μου

Κάποτε όλες θα τις αλλάξω…»

Προχωρώ με ευλάβεια και ξυπόλυτη πάνω στους δικούς της βηματισμούς, καθώς εκείνη απομακρύνεται κι εγώ πασχίζω να κατανοήσω τη δουλειά της. Θέλει να ταράξει η Ελένη τον  κονιορτοβριθή κόσμο, τον θέλει καλύτερο συνολικά, αλλά και ατομικά; Μα νομίζω πως αρκείται στην στωικότητα που έχουν αποκτήσει οι νέοι μετά από τόσα χρόνια κρίσεων. Κι είναι σαν η ποιήτρια να κινείται αόρατα και αθόρυβα ανάμεσα στο βεβαιωμένο παρόν και το αβέβαιο μέλλον – το δικό της σταυροδρόμι, όπως γράφει – με διαβατήριο τη μικρή φλόγα που σιγοκαίει ακόμη και τις πιο κρύες στιγμές της ζωής της που πορεύεται χωρίς το πανωφόρι.

«…. Δεν με ενοχλεί η ανηφόρα

Ο δρόμος έγινε απλώς αλλόκοτος

Σπάω το κεφάλι μου να θυμηθώ

Πώς ήταν πριν και τίποτα

Τρομάζω μόνο στη σιγή, ξαφνικά δεν το ελέγχω

Δεν έχω και το πανωφόρι

Κι ο δρόμος όλο και αλλάζει

Έχει κολλήσει το μυαλό μου

Ο ήχος από το πιανάκι

Και δεν με βοηθάει να σκεφτώ

Είναι το σημείο σταυροδρόμι και πάντα πελαγώνω

Πού να πάω Χριστέ μου;

Δεν έχω και το πανωφόρι

Όχι πως κρυώνω»

Υπάρχουν ψήγματα αυτογνωσίας στην ποιητική συλλογή; Σίγουρα κάτι γεννιέται, δειλά, προσεκτικά, παρέα με μύριες όσες απορρίψεις που ταιριάζουν σε έναν νέο άνθρωπο. Και στο κάτω κάτω η Ελένη Αναστασίου τολμά και αμφισβητεί παγιωμένες πεποιθήσεις και  επιρρίπτει ευθύνες σε όσους…ευθύνονται για ό,τι ο ανθρώπινος χρόνος δεν μπόρεσε να καλύψει… Γίνεται αυτό; Αντέχει στην κριτική; Ο αναγνώστης θα κρίνει.

Καλημέρα

Καλημέρα από τον κόσμο πίσω από τον ήλιο

Καλημέρα από τα συρματοπλέγματα της ευτυχίας

Καλημέρα από τον κόσμο του προαυλισμού

Καλημέρα από τα αγρίμια της αληθοφάνειας

Καλημέρα από τα ανοργάνωτα μπαλκόνια

Της σιωπής και της βαβούρας

Καλημέρα από τα αναρχικά μυαλά

Της δικής σας δικτατορίας

Καλημέρα από έναν άρρωστο

Καλημέρα από τη γυναίκα που ξέχασε να βγάλει

Την ποδιά του μαγειρέματος

Καλημέρα από τον έφηβο που ξύπνησε μεσημέρι

….

Καληνύχτα δίχως πρόγραμμα

Μηχανισμούς, όνειρα

Και με γεμάτες αναμνήσεις

Καληνύχτα.

Πιστεύω ότι οι συναισθηματικές αλλαγές που συντελούνται εντός της θα της δώσουν – αποδώσουν – στοιχεία ριζοσπαστισμού που με αυτά θα πορευτεί, εν μέρει ασφαλώς,  κυρίως στο θέατρο που η ίδια θεωρεί τη μεγάλη της αδυναμία και όπου ο πρωταγωνιστής θα παραμείνει το μεγάλο ζητούμενο.

«Κάποιος αδαής θα μπορούσε να παρομοιάσει

την αγάπη με μια εικόνα θάματος

τη στιγμή που οι προβολείς ανάβουν,

η σκηνή φωτίζεται στο έπακρο,

τα σκηνικά διακοσμούν το σανίδι και

οι πρωταγωνιστές δίνουν ζωή στα άψυχα

προαναφερόμενα αντικείμενα.

Όταν ανάψει μέσα σου αυτό το φως

Όταν γεμίσει

και το τελευταίο κενό του κορμιού σου

Όταν στολίσεις τις ατέλειες σου για να μπορέσεις

Κι εσύ να τις αγκαλιάσεις

Τότε ναι, θα συναντηθείτε

Η παράσταση όμως θα τελειώσει και το θέαμα

θα κρατήσει λιγότερο απ‘ ό,τι υπολόγιζες

Ίσως να μη βρεις ούτε ένα κοινό σημείο με τον

Πρωταγωνιστή…..

Η ποίηση της Ελένης Αναστασίου, πέραν του ότι εμφυτεύει στον αναγνώστη καινούργιες ιδέες και σκέψεις – στιγμές στιγμές με παραπέμπει σε εμβρυουλκό συναισθημάτων –  είναι γεμάτη περίπλοκες στροφές κι ο αναγνώστης ευελπιστεί να φτάσει στο τέλος του δρόμου για να απολαύσει τη θέα από ψηλά πριν, σαν σύγχρονος Φλωμπέρ, πάρει το δρόμο για το αρκαδικό οροπέδιο, εκεί όπου συνεχίζει στις μέρες μας η αναζήτηση της ωραιότητας και της αγνότητας της ζωής.

«Μετατράπηκα σε ένα σαρκοφάγο ζώο

Για να καταφέρω να νιώσω τη βαθιά αγνότητα..»

….

Θα σ’αγαπώ κι όταν σβήσουν τα φώτα”

Κριτική: Ρίτσα Μασούρα