Νικόλαος Ευθυμίου Θεοδωριανίτης: Ο ιερωμένος που ως Δίας κατακτά την Αμερική.
Γράφει η δημοσιογράφος – ερευνήτρια Χριστίνα Φίλιππα
«Ο Δίας στην Αμερική» , μας πληροφορεί η εφημερίδα το «Αστυ» στο πρωτοσέλιδό της 4ης Απριλίου 1894.
«Διάσημος Έλλην», «Ζώσα εικών του Διός του Φειδία», «Πλούσιος πολυμαθής επιστήμων», «Ενσάρκωση της ζώσας Ελλάδας», μας το επιβεβαιώνουν και οι τίτλοι των αμερικανικών εφημερίδων για τον Νικόλαο Ευθυμίου Θεοδωριανίτη.
Ποιος ήταν αυτός ο επισκέπτης; Γιατί ο αμερικανικός Τύπος τόσο στο πρώτο όσο και στο δεύτερο ταξίδι του, το 1893 και το 1897 αντίστοιχα, ασχολήθηκε κατά κόρον μαζί του προσπαθώντας με αυτούς τους βαρύγδουπους τίτλους να κεντρίσει το ενδιαφέρον των αναγνωστών γύρω από την παρουσία του;
Φαίνεται ότι η φήμη του προηγείτο του ίδιου. Βρισκόμαστε λίγα χρόνια μετά την Ελληνική Επανάσταση του 1821 και σύμφωνα με τα στερεότυπα που είχε πλάσει ο μέσος Αμερικανός στο μυαλό του για τους Έλληνες, η φυσιογνωμία και το παρουσιαστικό του Θεοδωριανίτη συνδύαζε την ζώσα αντιπροσωπευτική εικόνα του Έλληνα της αρχαιότητας αλλά και εκείνου που πολέμησε στην Επανάσταση. Αν αναλογιστούμε ότι την εποχή εκείνη, τέλος 19ου αιώνα, οι εφημερίδες των ΗΠΑ ήταν γεμάτες ειδήσεις με γεγονότα της καθημερινότητας γραμμένα με τέτοιο τρόπο που να εξάπτουν την φαντασία, πολλές φορές εις βάρος της είδησης, η περίπτωση του Θεοδωριανίτη ήταν ιδανική. Και αυτό εκμεταλλεύτηκε ο αμερικανικός Τύπος.
Στις 8 Μάϊου 1893, οι «Νιού Γιορκ Τάιμς» γράφουν ότι ο Θεοδωριανίτης έφτασε στην Αμερική κατά την διάρκεια της «Παγκόσμιας Έκθεσης του Σικάγου» που έλαβε χώρα με αφορμή την επέτειο της συμπλήρωσης 400 χρόνων από την άφιξη του Χριστόφορου Κολόμβου στην Αμερική το 1492, φιλοξενούμενος μιας κοινότητας διαπρεπών Ελλήνων. Η Έκθεση διήρκεσε έξι μήνες, από 1 Μαΐου 1893 έως 30 Οκτωβρίου 1893 και την παρακολούθησαν 27 εκατομμύρια επισκέπτες. Η κυρίως ασχολία του Θεοδωριανίτη ήταν να ποζάρει στο πλαίσιο της Έκθεσης ως το μοντέλο του κλασικού Έλληνα. Όπως αναφέρεται σε δημοσίευμα άλλης εφημερίδας δεν ήταν η πρώτη φορά που ο Θεοδωριανίτης απασχολείτο ως μοντέλο ζωγραφικής. Είναι η εποχή άνθησης της τεχνικής του «ταμπλώ βιβαν» (tableau vivant) και ο Θεοδωριανίτης είχε έρθει σε επαφή με ευρωπαίους ζωγράφους και μάλιστα με τον μεγάλο ζωγράφο και γλύπτη Μεσσονιέ (Jean-Louis-Ernest Meissonier 1815-1891) ο οποίος είδε στην μορφή του Θεοδωριανίτη τον Δία του Φειδία και τον απαθανάτισε στεφανωμένο με στεφάνι ελιάς. Ο ίδιος δήλωνε σε συνεντεύξεις ότι έχει ποζάρει 137 φορές και έχει παραστήσει εκτός από τον Δία, τον Απόλλωνα, τον Ερμή και τον Μωυσή.
Σύμφωνα με τις περιγραφές επρόκειτο για έναν ρωμαλέο άνδρα, ευθυτενή, παρά τα 70 χρόνια του, με φαρδύ μέτωπο με τα σημάδια του χρόνου αποτυπωμένα σε βαθιές ρυτίδες. Το βλέμμα του ήταν διαπεραστικό και τα μάτια του πετούσαν σπίθες κυρίως όταν συζητούσε. Ήταν δεινός ομιλητής με γνώσεις και ευφράδεια σε ό,τι θέμα προέκυπτε για συζήτηση. Το πιο χαρακτηριστικό σημείο της εμφάνισής του ήταν η δασύτριχη λευκή γενειάδα του και τα μακριά πυκνά μαλλιά του που είχαν μήκος 56 εκ. περίπου (22 ίντσες) και αναγκαζόταν να τα πλέκει σε κοτσίδα που έδενε σφιχτά ψηλά στο κεφάλι, το οποίο κάλυπτε με ένα μεταξωτό καπέλο.
Στον αμερικανικό Τύπο δίδεται έμφαση στην εμφάνισή και λιγότερο στο βιογραφικό του. Μόνο επιγραμματικά αναφέρονται λίγα στοιχεία για την καταγωγή του και ότι υπήρξε φιλόσοφος, που είχε δημοσιευμένο συγγραφικό έργο, και εκδότης κάποιας εφημερίδας.
Χαρακτηριστικό είναι ότι στο δεύτερο ταξίδι που πραγματοποίησε στην Αμερική το1897, φιλοξενούμενος αυτή τη φορά κάποιας φιλανθρωπικής οργάνωσης στην Καλιφόρνια, ο Τύπος ασχολείται με τις επιδόσεις ως δρομέας αποστάσεων, παρά την προχωρημένη ηλικία του και δεν γίνεται αναφορά σε άλλους λόγους της επίσκεψής του στο Νέο Κόσμο.
Λεπτομέρειες για την ζωή του Θεοδωριανίτη αντλούμε μόνο από τον Δημήτριο Καρατζένη νομικό, πολιτικό, ιστοριοδίφη, και συμπατριώτη του, που έχει ασχοληθεί με την ιστορία της Άρτας του 19ου αιώνα και έχει συγγράψει πολλά βιβλία ιστορικού περιεχομένου.
Ο Νικόλαος Θεοδωριανίτης καταγόταν από το χωριό Θεοδώριανα της Άρτας (950 μ υψόμετρο) στα Τζουμέρκα και ήταν γιός του Ευθυμίου και της Χρυσούς. Λόγω της πατριδολατρείας του, άλλαξε το επίθετό του σε Θεοδωριανίτης δηλωτικό της καταγωγής του. Κατά τον Καρατζένη, ο Θεοδωριανίτης γεννήθηκε κατά το τέλος της Επανάστασης, σπούδασε θεολογικά και έγινε ιερωμένος. Ο ίδιος υπέγραφε μάλιστα ως «Ελληνοχριστιανοκήρυκας Νικόλαος Θεοδωριανίτης». Η πληροφορία αυτή έχει ενδιαφέρον διότι σε συνέντευξη που φαίνεται να έχει δώσει ο Θεοδωριανίτης σε αμερικανική εφημερίδα αναφέρει ότι έχει σπουδάσει νομικά.
Πριν φτάσει στην Αμερική φαίνεται ότι έκανε πολλά ταξίδια στην Ελλάδα και την Ευρώπη.
Ως άλλος Κοσμάς Αιτωλός, με οδηγό την βαθιά αγάπη για την πατρίδα του ταξίδεψε στην ελεύθερη αλλά και τουρκοκρατούμενη Ελλάδα, βγάζοντας πύρινους λόγους για τα δικαιώματα των λαών στην ελευθερία και αυτοδιάθεση ώστε να ξεσηκώσει τους υπόδουλους Έλληνες σε επανάσταση.
Το 1854, κατά την εξέγερση της Ηπειροθεσσαλίας για την ενσωμάτωσή της με την Ελλάδα, ταξίδεψε στο Ραδοβίζι της Ηπείρου και στην Θεσσαλία προτρέποντας τους πολίτες να εξεγερθούν. Ταξίδεψε ακόμα στην Οδησσό της Ρωσίας το 1866 και μίλησε σε ομογενείς αναπτύσσοντας τις ιδέες από το βιβλίο του με τίτλο «Αρετή – Ευγενής ελληνική καταγωγή, Θεμιστοκλής, Σωκράτης, Αλεξανδρος, ερασταί της αναλήψεως του της πατρίδος κλέους». Αυτό το βιβλίο λίγα χρόνια μετά, το 1880, σημείωσε την 7η έκδοσή του. Επέστρεψε στην Ελλάδα και επισκέφτηκε τον Πειραιά, την Λευκάδα (1867) και την Κέρκυρα (1870). Από την Κέρκυρα ανησυχών πολύ για τα τεκταινόμενα του Γαλλογερμανικού πολέμου δεν δίστασε στις 11 Οκτωβρίου 1870 να στείλει επιστολή προς το στρατηγείο των Γερμανικών δυνάμεων να σταματήσουν τις εχθροπραξίες χάριν της δικαιοσύνης και προς τον ίδιον τον Γαμβέτα στο Μπορντώ καταδικάζοντας τις καταστροφές του πολέμου.
Το 1873 επισκέφτηκε το Λίβερπουλ. Εκεί μίλησε σε ομογενείς αλλά και ξένους εμπόρους για τις ελληνικές θέσεις και την ανάγκη χορήγησης δανείου στη χώρα μας και πραγματοποίησε την 2η έκδοση της «Απολογίας του Σωκράτη» στην νεοελληνική γλώσσα. Όπως αποδεικνύεται από τα βιβλία που εξέδιδε ήταν άριστος χειριστής της γλώσσας και με μεγάλη εγκυκλοπαιδική μόρφωση ώστε να μπορεί να κάνει ανάλυση των διανοημάτων του Πλάτωνα και άλλων φιλοσόφων αλλά και να αναπτύσσει ο ίδιος φιλοσοφικές απόψεις.
Το εάν χρηματοδοτούσε ο ίδιος τα ταξίδια και τις εκδόσεις του ή εκπροσωπούσε, ίσως, κάποια πατριωτική οργάνωση που τον στήριζε στις δράσεις αυτές, είναι ζητούμενο. Ο ίδιος πάντως όταν το 1870 έστειλε από την Κέρκυρα διακηρύξεις προς τις Μεγάλες Δυνάμεις θέτοντας τα θέματα της Ελλάδας, το δικαίωμα των υποδούλων λαών να ζήσουν ελεύθεροι, είχε δηλώσει ότι τις διακηρύξεις χρηματοδότησαν εύποροι Έλληνες όπως οι Ζαφειρόπουλος, Βαλλιάνος, Μελάς, Ζαρίφης.
Για τους αγώνες του και την δράση του δέχτηκε συγχαρητήριες επιστολές δημοσιευμένες στον τύπο από πολίτες αλλά και από σημαντικές μορφές της Επανάστασης του 1821 και της Ηπειροθεσσαλικής Εξέγερσης του 1854, όπως οι πρόκριτοι Θεόδωρος Γρίβας, Χριστόδουλος Χατζηπέτρος και Δημήτριος Πετροπολάκης κ.α.
Το άρθρο αυτό δεν εξαντλεί το θέμα της παράδοξης προσωπικότητας του Θεοδωριανίτη και υπάρχουν κενά γύρω από την ζωή του. Κυρίως πώς από ενθοκήρυκας των ιδεωδών της πατρίδας του έφτασε στην Αμερική να ποζάρει ως μυθολογικός θεός και ποιος ο σκοπός της συμπεριφοράς αυτής.