Ειρήνη Θεοδωροπούλου: Η Ελληνίδα πανεπιστημιακός που διαπρέπει στο εξωτερικό και ελπίζει στην αναβάθμιση των κλασσικών σπουδών.
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ στην Ιωάννα Γιαβρούτα, δημοσιογράφο, ερευνήτρια Ιστορίας.
Η Ειρήνη Θεοδωροπούλου σπούδασε στο Τμήμα Φιλολογίας του ΕΚΠΑ, έκανε τις μεταπτυχιακές της σπουδές στο Cambridge στην Αγγλική και εφαρμοσμένη Γλωσσολογία και κατόπιν την διδακτορική της διατριβή στο King’s College του Λονδίνου στον τομέα της Κοινωνιογλωσσολογίας. Από το 2010 ζει και εργάζεται στο Κατάρ, όπου είναι αναπληρώτρια καθηγήτρια Γλωσσολογίας στο Qatar University. Επίσης, το ακαδημαϊκό έτος 2021-2022 είναι επισκέπτρια καθηγήτρια στο Georgetown University in Qatar.
-Αρχικά, θα θέλαμε να μας πείτε λίγα λόγια για την ερευνητική σας δραστηριότητα. Που εστιάζει η έρευνά σας;
Τα επιστημονικά μου ενδιαφέροντα περιλαμβάνουν την κοινωνιογλωσσολογία, την ανάλυση λόγου, την ρητορική, καθώς και την διαπολιτισμική επικοινωνία τόσο στην Ελλάδα όσο και στο Κατάρ. Πιο συγκεκριμένα, έχω ασχοληθεί συστηματικά με ζητήματα γλωσσικής κατασκευής κοινωνικών ταυτοτήτων με ιδιαίτερη έμφαση στην κοινωνική τάξη, ενώ τα τελευταία χρόνια μελετώ συστηματικά τον πολιτικό λόγο κομμάτων και πολιτικών στην Ελλάδα και τους γλωσσικούς και σημειωτικούς τρόπους, μέσω των οποίων το Κατάρ προσπαθεί να δημιουργήσει το δικό του brand μέσω της διοργάνωσης ποικίλων αθλητικών δραστηριοτήτων. Επίσης, ένα σημαντικό κομμάτι της έρευνάς μου αφορά σε ζητήματα διαπολιτισμικής επικοινωνίας ανάμεσα στους Έλληνες και στους Άραβες με έμφαση στον ρόλο της γλώσσας.
-Έχετε σπουδάσει μία εξαιρετική και ενδιαφέρουσα επιστήμη, την Φιλολογία. Ποιος ήταν ο λόγος που αποφασίσατε να σπουδάσετε αυτή την επιστήμη;
Ανέκαθεν με γοήτευε η δύναμη και η μαγεία της γλώσσας, και δη της Ελληνικής, σε όλες τις φάσεις της ιστορικής της εξέλιξης. Μου αρέσει πολύ να αποκρυπτογραφώ τη συντακτική δομή των αρχαίων κειμένων και να προσπαθώ να αναλύσω το νόημά τους. Επίσης, λατρεύω την γραμματική. Εν αντιθέσει προς πολλούς, οι οποίοι αντιμετωπίζουν τις γραμματικές ασκήσεις που κάναμε στο σχολείο, όπως οι χρονικές και εγκλιτικές αντικαταστάσεις ή η κλίση συνεκφορών με μάλλον υποτιμητικό τρόπο θεωρώντας τις ως κάτι στεγνό και μάλλον βαρετό, εγώ πιστεύω ότι αυτού του είδους οι ασκήσεις είναι εξαιρετικές και βοηθούν προς τη νοητική πειθαρχία που πρέπει να έχουμε, όχι μόνο όταν διαβάζουμε ένα κείμενο, αλλά και γενικότερα όταν προσπαθούμε να επικοινωνήσουμε με τους συνανθρώπους μας.
Όταν τελείωσα το σχολείο, δεν ήμουν σίγουρη αν ήθελα να σπουδάσω Φιλολογία ή Νομική, οπότε αμφιταλαντευόμουν ανάμεσα στις δύο σχολές. Έδωσα πανελλήνιες εξετάσεις και πέρασα στην νομική σχολή Αθηνών, όπου, όμως, με εξαίρεση το μάθημα του Δημοσίου διεθνούς δικαίου, το οποίο βρήκα τρομερά ενδιαφέρον, δε μου άρεσαν καθόλου τα υπόλοιπα μαθήματα. Ως εκ τούτου, στο δεύτερο εξάμηνο άρχισα να παρακολουθώ διάφορα μαθήματα στο τμήμα Φιλολογίας, κυρίως Αρχαία Ελληνικά, Λατινικά και Γλωσσολογία, και τότε διαπίστωσα ότι αυτές τις σπουδές ήθελα να κάνω, οπότε ξαναέδωσα πανελλήνιες για να περάσω στο τμήμα Φιλολογίας. Στην αρχή, ο στόχος μου ήταν να ακολουθήσω την κλασική κατεύθυνση του τμήματος, με απώτερο στόχο την εξειδίκευση μου στην αρχαία ελληνική και ρωμαϊκή ρητορική. Κατά τη διάρκεια των σπουδών μου, όμως, ανακάλυψα τον υπέροχο κόσμο της γλωσσολογίας μέσα από την διδασκαλία χαρισματικών Δασκάλων, όπως του Γεωργίου Μπαμπινιώτη, της Δήμητρας Θεοφανοπούλου-Κοντού, του Χριστόφορου Χαραλαμπάκη, καθώς και της Μαρίας Κακριδή – Ferrari, οπότε επέλεξα τελικά την κατεύθυνση της γλωσσολογίας, χωρίς, όμως ποτέ να ξεχάσω το ενδιαφέρον μου για τις κλασικές σπουδές. Καταλυτικό ρόλο στην επιλογή μου να εξειδικευθώ στην γλωσσολογία και την ανάλυση λόγου έπαιξε το γεγονός ότι ο Καθηγητής Γεώργιος Μπαμπινιώτης μου έκανε την τιμή να με επιλέξει ως την υπότροφό του στο πλαίσιο του Βραβείου Herder που έλαβε από το Alfred Töpfer Stiftung FVS το 2002. Αυτή η. υποτροφία μου έδωσε την ευκαιρία να σπουδάσω για έναν χρόνο στο πανεπιστήμιο της Βιέννης, όπου παρακολούθησα μαθήματα σε διαφόρους κλάδους της γλωσσολογίας, μεταξύ των οποίων και κοινωνιογλωσσολογία και ανάλυση λόγου. Κατά τη διάρκεια των εκεί σπουδών μου αποφάσισα ότι αυτοί οι κλάδοι με ενδιέφεραν ιδιαίτερα και, ως εκ τούτου, θα ήθελα να κάνω μεταπτυχιακά στους τομείς αυτούς.
-Στην Ελλάδα, δυστυχώς, τα τελευταία χρόνια φαίνεται ότι οι κλασικές σπουδές έχουν χάσει την αίγλη του παρελθόντος και έχουν υποβαθμιστεί. Γιατί συμβαίνει αυτό;
Έχετε δίκιο που το επισημαίνετε αυτό, αλλά πρέπει να σημειώσουμε ότι οι κλασικές σπουδές, δυστυχώς, έχουν χάσει την αίγλη του παρελθόντος όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά και στο εξωτερικό. Οι λόγοι πίσω από την υποβάθμιση αυτή είναι πολλαπλοί, κατά τη γνώμη μου. Καταρχάς το branding των κλασικών σπουδών είναι πολύ προβληματικό, καθώς σε πολλές χώρες και σε πολλά πανεπιστήμια οι κλασικές σπουδές παραμένουν αποκομμένες από άλλες επιστήμες και άλλες ειδικότητες, ενώ πολλές φορές διδάσκονται με παλιομοδίτικες και ανιαρές μεθόδους. Εξαίρεση σε αυτόν τον κανόνα αποτελούν ίσως κάποια πανεπιστήμια στον Αγγλοσαξονικό κόσμο και δη πολλά αμερικανικά πανεπιστήμια, τα οποία όχι μόνο ενθαρρύνουν και πραγματοποιούν διδακτικές συνέργειες ανάμεσα στις κλασικές και άλλες επιστήμες (π.χ. στη νομική, στην ιατρική και στην πολιτική επιστήμη), αλλά προσφέρουν και στους φοιτητές τους τη δυνατότητα να κάνουν διεπιστημονική έρευνα και, επομένως, να διαπιστώσουν εν τοις πράγμασι την αξία και την σχέση των κλασικών γραμμάτων με το κοινωνικό, πολιτικό, οικονομικό, υγειονομικό, τεχνολογικό και πολιτισμικό γίγνεσθαι. Συνεχίζοντας το επιχείρημα του προβληματικού branding, το τελευταίο διάστημα οι κλασικές σπουδές στο εξωτερικό έχουν κατηγορηθεί ότι προβάλλουν και προωθούν ρατσιστικές ιδεολογίες και δη την ανωτερότητα της λευκής φυλής, γεγονός που τις καθιστά λιγότερο ελκυστικές σε φοιτητές που προέρχονται από φυλετικές μειονότητες.
Εκτός από το branding, η θεοποίηση του υλισμού και του γρήγορου κέρδους δεν βοηθούν ιδιαίτερα τις κλασσικές σπουδές, οι οποίες βασίζονται στην ενδελεχή ανάλυση κειμένων, η οποία, όταν γίνει σωστά και συστηματικά, προσφέρει ψυχική και πνευματική ανάταση και όχι κατ’ ανάγκην χρήμα. Φυσικά, αν κάποιος έχει επιχειρηματικό πνεύμα και δημιουργικότητα, πάντα μπορεί να αξιοποιήσει τις γνώσεις του και να δημιουργήσει μια κερδοφόρα επιχείρηση, η οποία να βασίζεται σε κλασικές έννοιες και αξίες (π.χ. στον χώρο της μόδας, των καλλυντικών ή ακόμα και στον τομέα της παροχής υπηρεσιών). Ευτυχώς έχουν αρχίσει να υποχωρούν στο Ελλάδα προβληματικές ιδεολογίες, οι οποίες μέχρι πολύ πρόσφατα δαιμονοποιούσαν την έννοια της κερδοφόρας επιχείρησης, οπότε πιστεύω ότι όλο και περισσότεροι άνθρωποι θα επιστρέψουν στη μελέτη των κλασικών γραμμάτων, προκειμένου να αντλήσουν ιδέες για την επιχειρηματική τους δραστηριότητα.
Τέλος, ένα βασικό πρόβλημα που έχουμε στις κλασικές σπουδές είναι ότι δεν έχουμε καταφέρει ακόμα να τις κάνουμε να συνομιλήσουν με αντίστοιχες κλασικές σπουδές άλλων χωρών και άλλων πολιτισμών, όπως παραδείγματος χάρη με την Κίνα ή την Ινδία ή ακόμα και τις Αραβικές χώρες, επομένως παραμένουν περιχαρακωμένες κυρίως στον δυτικό κόσμο, γεγονός το οποίο σημαίνει χαμηλότερη ζήτηση. Νομίζω ότι η εξωστρέφεια και η δημιουργικότητα, ως το αποτέλεσμα συντονισμένων προσπαθειών και συνεργασιών ανάμεσα σε κρατικούς και ιδιωτικούς φορείς της Ελλάδας και του εξωτερικού (π.χ. πανεπιστήμια, ερευνητικά κέντρα αλλά και επιχειρήσεις) μπορούν να καταστήσουν τις κλασικές σπουδές ένα από τα ισχυρότερα μέσα πολιτιστικής διπλωματίας της χώρας και, ταυτόχρονα, μια πολύ δυναμική και προσοδοφόρα παράμετρο της (εσωτερικής) ανάπτυξης και προόδου της χώρας μας.
-Τι θα προτείνατε για την ενίσχυση των κλασικών σπουδών και της ελληνικής γλώσσας εν γένει στα σχολεία και στα πανεπιστήμια;
Θα πρότεινα τα εξής:
Περισσότερη χρηματοδότηση για διεπιστημονική έρευνα μεταξύ των κλασικών σπουδών και άλλων τομέων του επιστητού (π.χ. τεχνητή νοημοσύνη, ιατρική, νομική, κ.λπ.) με προσεκτικό έλεγχο, διαφάνεια και ανταμοιβή των άριστων (τμημάτων, σχολείων, ερευνητικών ομάδων, μεμονωμένων ερευνητ(ρι)ών) στην Ελλάδα
Διοργάνωση Ολυμπιάδων για τις κλασικές σπουδές και την Αρχαία Ελληνική γλώσσα σε σχολικό και πανεπιστημιακό επίπεδο. Ποτέ μου δεν κατάλαβα γιατί υπάρχουν προβεβλημένες Ολυμπιάδες μαθηματικών, φυσικής, ρομποτικής, αστροφυσικής, κ.λπ., αλλά όχι κλασικών σπουδών…! Υπάρχει Παγκόσμια Ολυμπιάδα Νεοελληνικής Γλώσσας, οπότε η προτεινόμενη Ολυμπιάδα κλασικών σπουδών θα μπορούσε να “στηθεί” βάσει της προαναφερθείσας.
Δημιουργία μηχανισμού προβολής της χώρας από έναν ενιαίο φορέα με συνέργεια εκπροσώπων του κρατικού και του ιδιωτικού τομέα, ο οποίος θα καταστήσει την Ελλάδα το κέντρο των κλασικών σπουδών και, επομένως, θα καλλιεργήσει το έδαφος για να υπάρξει ζήτηση για τα κλασικά γράμματα σε παγκόσμιο επίπεδο και όχι μόνον στον δυτικό κόσμο. Ο φορέας αυτός θα κάνει τον προγραμματισμό, και σωστό και έξυπνο branding των κλασικών σπουδών και της Αρχαίας Ελληνικής γλώσσας. Ένα πολύ καλό πρώτο βήμα προς αυτήν την κατεύθυνση αποτελεί η δημιουργία του πρώτου Αγγλόφωνου προπτυχιακού προγράμματος στην Αρχαιολογία, Ιστορία και Λογοτεχνία της Αρχαίας Ελλάδας, το οποίο απευθύνεται στον φοιτητικό πληθυσμό από χώρες εκτός της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Ενθάρρυνση των ελληνικών επιχειρήσεων να ενσωματώσουν στοιχεία του κλασικού πολιτισμού στα προϊόντα και τις υπηρεσίες τους με φορολογικά κίνητρα.
-Έχετε σπουδάσει σε εξαιρετικά πανεπιστήμια του εξωτερικού! Πως βλέπετε την Ελλάδα στον τομέα της επιστήμης , της έρευνας και της καινοτομίας και τι θα μπορούσε να βελτιωθεί;
Νομίζω ότι ειδικά τα τελευταία χρόνια έχουμε δει πολύ μεγάλες εξελίξεις όσον αφορά στο ζήτημα της επιστήμης, της έρευνας και της καινοτομίας στα ελληνικά πανεπιστήμια. Πολλοί Έλληνες που εργάζονται σε πανεπιστήμια και ερευνητικά κέντρα της Ελλάδας εξασφαλίζουν χρηματοδότηση τόσο από την Ευρωπαϊκή Ένωση (κατά μείζονα λόγο) όσο και από κοινωφελή ιδρύματα της Ελλάδας και του εξωτερικού για να κάνουν διεπιστημονική έρευνα και να καινοτομήσουν. Ένα πολύ πρόσφατο παράδειγμα είναι η αναγγελία για τη δημιουργία της νέας ερευνητικής μονάδας «Αρχιμήδης», ενός κέντρου τεχνητής νοημοσύνης στην Ελλάδα, το οποίο, κατά τη γνώμη μου, είναι πολλά υποσχόμενο κυρίως λόγω της νοοτροπίας της αξιοκρατίας που φαίνεται ότι θα επικρατήσει εκεί. Αυτό που θα μπορούσε να βελτιωθεί είναι η μείωση της γραφειοκρατίας, προκειμένου τα ερευνητικά κονδύλια να εκταμιεύονται γρηγορότερα, καθώς επίσης και μία συστηματική προσπάθεια που πρέπει να γίνει προκειμένου τα ελληνικά πανεπιστήμια να συνεργάζονται σε συστηματική βάση με τα τμήματα R&D εταιρειών και επιχειρήσεων. Όπως ανέφερα και προηγουμένως, θα ήθελα να δω τέτοιες συνέργειες όχι μόνο στις θετικές, τεχνολογικές και οικονομικές επιστήμες, αλλά και στις ανθρωπιστικές και, κυρίως, στις κλασικές σπουδές.
-Εργάζεστε περίπου 11 χρόνια στο Κατάρ ως καθηγήτρια μεγάλου πανεπιστημίου. Πως είναι το πανεπιστημιακό σύστημα στη χώρα αυτή και γενικά το σύστημα;
Το πανεπιστημιακό σύστημα στο Κατάρ ακολουθεί τα αμερικάνικα πρότυπα και αυτό ισχύει σε όλα τα πανεπιστήμια της χώρας, δημόσια και ιδιωτικά. Το μεγαλύτερο πλεονέκτημα του συστήματος αυτού είναι ότι, παρ’ όλα τα προβλήματα και τις αδυναμίες του, παραμένει ένα αξιοκρατικό σύστημα το οποίο διαθέτει θεσμικά αντίβαρα που επιτρέπουν τον έλεγχο και τη λογοδοσία ανά πάσα στιγμή όλων των δομών εξουσίας. Αυτό είναι κάτι διόλου αυτονόητο σε μία χώρα με απόλυτη μοναρχία.
-Βρεθήκατε σε μία χώρα απόλυτα μουσουλμανική και καταφέρατε να γίνετε καθηγήτρια σε πανεπιστήμιο. Πως θα περιγράφατε αυτή την διαδρομή;
Σίγουρα δεν είναι μία εύκολη διαδρομή, αλλά, επειδή μου αρέσουν οι περιπέτειες, πρέπει να σας πω ότι μέχρι στιγμής την απολαμβάνω, καθώς κάθε μέρα μαθαίνω καινούργια πράγματα και εκτίθεμαι σε προκλήσεις, η επιτυχής αντιμετώπιση των οποίων με γεμίζει δύναμη και η ανεπιτυχής αντιμετώπιση των οποίων με πεισμώνει να προσπαθώ περισσότερο και με εναλλακτικούς τρόπους να πετύχω τον στόχο μου.
Το πιο δύσκολο κομμάτι σε μία τέτοια διαδρομή είναι η διατήρηση της ισορροπίας σε επίπεδο διαπολιτισμικής επικοινωνίας ανάμεσα σε σένα και τους φοιτητές και φοιτήτριές σου και με τους /τις συναδέλφους σου. Εμένα προσωπικά με έχει βοηθήσει πάρα πολύ το χιούμορ στην αποφυγή παρεξηγήσεων καθώς και δύσκολων στιγμών επικοινωνίας. Ευτυχώς έχω γνωρίσει το πολύ καλό πρόσωπο της μουσουλμανικής αυτής χώρας, επομένως αυτό με έχει βοηθήσει στην αποφυγή δυσάρεστων καταστάσεων και μου έχει επιτρέψει να αφοσιωθώ στην έρευνα, τη διδασκαλία και τα διοικητικά μου καθήκοντα στο πανεπιστήμιο.
-Τέλος, ζούμε σ’ έναν κόσμο που βιώνει πολλαπλές κρίσεις σε πολλά επίπεδα. Ποια η γνώμη σας για την παγκόσμια κρίση; Η Ελλάδα πιστεύετε ότι συνέρχεται από αυτήν την λαίλαπα;
Βιώνουμε, δυστυχώς πολύ δύσκολες καταστάσεις αυτό το διάστημα σε όλον τον κόσμο λόγω κυρίως του κορωνοϊού και το χειρότερο είναι ότι η αβεβαιότητα που ζούμε δε φαίνεται να έχει ημερομηνία λήξεως. Δεν μπορώ να σας πω ότι η Ελλάδα συνέρχεται από αυτή τη λαίλαπα, καθώς η τελευταία δεν έχει τελειώσει ακόμα, αλλά αυτό που βλέπω είναι ότι σε γενικές γραμμές και παρά κάποιες επιμέρους αδυναμίες και λανθασμένες επιλογές, η Ελλάδα τα έχει πάει καλά στη διαχείριση της πανδημίας και αυτό που βλέπω με γεμίζει με αισιοδοξία σχετικά με τις προοπτικές της χώρας στην μεταπανδημική εποχή. Επίσης, αυτό που βλέπω είναι ότι η Ελλάδα σιγά-σιγά έχει αρχίσει να επανακτά την αξιοπιστία της ως χώρα, πράγμα το οποίο είναι εμφανές λόγω του όγκου των επενδύσεων, τις οποίες εξασφαλίζει μέρα με την ημέρα, όσο και σε επίπεδο τουρισμού, για να αναφέρω μόνο δύο τομείς, στους οποίους οι επιδόσεις της χώρας είναι πολύ καλές, παρ’ όλες τις προκλήσεις.
Θεωρώ ότι πρέπει να γίνουν ανάλογα βήματα για την εξωστρέφεια της χώρας και σε επίπεδο εκπαίδευσης και πολιτισμού γενικότερα, αν θέλουμε να συνέλθουμε από τις πολλαπλές “λαίλαπες,” τις οποίες έχουμε βιώσει τα τελευταία χρόνια, με αιχμή του δόρατος τις κλασικές σπουδές και τη γλώσσα μας σε όλη της τη διαχρονία.
Ευχαριστώ πολύ την διακεκριμένη πανεπιστημιακό για την παραχώρηση της συνέντευξης.