Κατά της χούντας και του κακού γούστου/ του Ιάσονα Τριανταφυλλίδη
…«Αυτό ακριβώς που μας έλεγε κι ο αστυνόμος, στην Μπουμπουλίνας. Αυτός
που μας “κατηχούσε”, με κείνο το κυνικό γελάκι του, ενώ οι άλλοι
έδερναν: “Είμαι σ’ αυτή τη θέση 20 χρόνια. Κανένας δεν με κούνησε, βρε
σεις, κι ούτε θα με κουνήσει ποτέ. Γιατί εμένα έχει ανάγκη οποιαδήποτε
εξουσία κι όχι εσάς”».
Αυτό διάβασα στο πάντα ενδιαφέρον κομμάτι του Στέφανου Ληναίου. Επειδή
το βρίσκω πραγματικά σοφό -μη νομίζετε, υπάρχουν και σοφοί καθάρματα που
τους έκανε σοφούς όχι το πεζοδρόμιο αλλά το υπόγειο όπου ζουν- το
σημειώνω ξανά εδώ γιατί έχει τη σημασία του.
Και επί τη ευκαιρία, ή μάλλον δράττομαι της ευκαιρίας που λένε, να πω
δυο λόγια για τον Στέφανο Ληναίο και την Ελλη Φωτίου, δυο λόγια που είχα
χρόνια να τα γράψω και δεν αφορούν φυσικά το σπουδαίο έτσι κι αλλιώς
καλλιτεχνικό έργο και των δύο, αλλά την παρουσία τους στη δικτατορία,
κάτι που ούτε οι ίδιοι το διαφήμισαν ποτέ ούτε στην ουσία ασχολήθηκε
κανείς για να το τονίσει – γιατί αυτό θέλει τόνισμα και όχι απλώς
γράψιμο…
Οταν λοιπόν επιβλήθηκε η δικτατορία το 1967 ο Στέφανος Ληναίος και η
Ελλη Φωτίου, ζευγάρι ήδη κάποια χρόνια αλλά με ξεχωριστές σημαντικές
καριέρες και οι δυο, ήταν στην καλύτερή τους στιγμή. Με εξαιρετικές
κωμωδίες στο σινεμά που τον είχαν καθιερώσει ως έναν εξαιρετικό ζεν
κομίκ -αν και όχι μόνο κωμωδίες- ο Στέφανος Ληναίος και με σπουδαίες έως
συγκλονιστικές ερμηνείες στο σινεμά σαν τον «Φόβο» του Μανουσάκη, όπου
δίνει ρεσιτάλ αρίστου επιπέδου η Ελλη Φωτίου, και βέβαια με εξαιρετική
και ενδιαφέρουσα παρουσία στο θέατρο όλα αυτά τα χρόνια και οι δυο.
Φυσικά ο Ληναίος δεν είχε διακριθεί ποτέ για τα… δεξιά του
συναισθήματα και όπως ήταν φυσικό, ήταν από τους πρώτους που έβαλε στο
μάτι η χούντα. Το καλοκαίρι του ’67 μόλις που πρόλαβε να παίξει σε
μερικές παραστάσεις στο έργο «Ενας ιππότης για τη Βασούλα» που είχε
ανεβάσει η Τζένη Καρέζη -στον ρόλο που στο σινεμά έπαιξε ο Φαίδων
Γεωργίτσης- όταν η όλη κατάσταση τον ανάγκασε για τον φόβο των Ιουδαίων
και με μεγάλη προσοχή να φύγει για το Λονδίνο και βέβαια μαζί του η Ελλη
Φωτίου – πάντα αχώριστο ζευγάρι…
Ατυχώς γι’ αυτούς δεν πήγαν ούτε με το καράβι του Μιχάλη Κακογιάννη και
των ταινιών του ούτε με το αντίστοιχο του Ζυλ Ντασσέν. Πήγαν μόνοι δυο
ηθοποιοί σε ξένη χώρα και αγωνίστηκαν να τα βγάλουν πέρα γιατί εκεί ο
ουρανός τουλάχιστον είχε ελεύθερο αέρα.
Επιπλέον εκεί οι παρέες τους απ’ ό,τι ξέρω δεν ήταν ηθοποιοί, σκηνοθέτες
κ.λπ. αλλά η Ελένη Βλάχου, ο Τάκης Λαμπρίας, ο Λέσλι Φάινερ,
διανοούμενοι ξένοι, στρατευμένοι στον αγώνα των Ελλήνων κατά της χούντας
κ.λπ.
Βοήθεια για να επιβιώσουν, λίγη. Πού και πού πηγαινοέρχονταν από το
Λονδίνο στη Γερμανία γιατί όπως και σε πολλούς άλλους ο Μπακογιάννης
στην Ντόιτσε Βέλε, στην εκπομπή του, έδινε στους εμιγκρέδες Ελληνες τη
δυνατότητα να κερδίσουν κάποια χρήματα με το πρόσχημα κάποιας
συνεργασίας.
Προσπάθησαν, έκαναν τα πάντα, αγωνίστηκαν, γεννήθηκε το πρώτο τους παιδί
εν τω μεταξύ εκεί, η Μαργαρίτα, και τελικά το 1970 επέστρεψαν στην
Ελλάδα μετά φόβου θεού και από κει και πέρα στο θέατρο Αλφα στην οδό
Πατησίων, όπου για πάνω από τριάντα χρόνια αλλά κυρίως μέσα στη χούντα
παρουσίασαν ένα ρεπερτόριο προχωρημένο, δύσκολο και χωρίς καμία βοήθεια
– μάλλον με πολλή εχθρότητα.
Φυσικά δεν άκουσαν κανένα ευχαριστώ για ό,τι έγινε στη χούντα, αλλά ούτε
και οι ίδιοι διαφήμισαν τίποτα και φυσικά δεν απαίτησαν…
Ξεκίνησαν κάνοντας με την τέχνη τους αντίσταση κατά της χούντας και
συνέχισαν τα κατοπινά χρόνια να κάνουν αντίσταση κατά του κακού
γούστου…
Μόνοι τους με βοηθό μόνο το κοινό. Ηθελα να το γράψω αυτό.