Γιατί ο Πούτιν βρίσκεται σε πόλεμο ξανά;

Chris Miller/ΝΥΤ

Ο πρόεδρος Πούτιν είναι ο ηγέτης με το μεγαλύτερο ιστορικό χρήσης στρατιωτικής βίας στους σύγχρονους καιρούς. Είτε αναφερόμαστε στη Γεωργία, το 2008, είτε στην Ουκρανία το 2014, είτε στη Συρία, το  2015, ο ρωσικός στρατός έχει μετατρέψει σε πολιτικές νίκες τις επιτυχίες του στο πεδίο μάχης. Ο επανεξοπλισμός της Ρωσίας την τελευταία και πλέον δεκαετία ήταν πολύ πιο μεγάλος συγκριτικά με τις δυνατότητες της Δύσης.  Άρα, δεν αποτελεί έκπληξη το γεγονός ότι η Ρωσία αισθάνεται δυνατή και αποφασισμένη να χρησιμοποιήσει τη στρατιωτική της ισχύ, με τη Δύση να βρίσκεται γεωγραφικά σε απόσταση αναπνοής.

Η εισβολή στη Γεωργία το 2008 διήρκεσε πέντε ημέρες, αλλά ανάγκασε τη χώρα σε εξευτελιστικές πολιτικές παραχωρήσεις.

Στην Ουκρανία. το 2014, τακτικές ρωσικές στρατιωτικές μονάδες αναπτύχθηκαν σε κλίμακα για μερικές εβδομάδες, αλλά αυτό αποδείχθηκε αρκετό για να αναγκάσει το Κίεβο να υπογράψει μια οδυνηρή ειρηνευτική συμφωνία.

Όταν η Ρωσία παρενέβη στη Συρία το 2015, ορισμένοι δυτικοί αναλυτές προέβλεψαν μια καταστροφή κατά τη γραμμή της σοβιετικής εισβολής στο Αφγανιστάν. Αντίθετα, ο εμφύλιος πόλεμος της Συρίας χρησίμευσε ως πεδίο δοκιμής για τα πιο προηγμένα όπλα της Ρωσίας.

Την τελευταία δεκαετία, οι Αμερικανοί πίστευαν ότι η δύναμη της Ρωσίας έγκειται στις υβριδικές τακτικές — κυβερνοπόλεμος, εκστρατείες παραπληροφόρησης, μυστικές επιχειρήσεις — αλλά και στην ικανότητά της να αναμειγνύεται στην εσωτερική πολιτική άλλων χωρών. Ωστόσο, καθώς ψάχνει κανείς για ρωσικά φαντάσματα πίσω από κάθε fake ανάρτηση στο Facebook, αντιλαμβάνεται ότι η Ρωσία αντικατέστησε τον κακώς εξοπλισμένο στρατό που κληρονόμησε από τη Σοβιετική Ένωση με μια σύγχρονη μαχητική δύναμη, που περιλαμβάνει τα πάντα –  από νέους πυραύλους μέχρι προηγμένα συστήματα ηλεκτρονικού πολέμου. Σήμερα η απειλή για την ασφάλεια της Ευρώπης δεν είναι ο υβριδικός πόλεμος αλλά η σκληρή ισχύς, ορατή στους πυραύλους Κρουζ που έπληξαν την Ουκρανία.

Το ότι αφήσαμε την στρατιωτική ισορροπία στην Ευρώπη να αλλάξει προς όφελος της Ρωσίας ήταν μια επιλογή. Οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν εν μέρει ευθύνη.  Ακόμη και μετά τις πρώτες επιθέσεις της Ρωσίας στην Ουκρανία το 2014, οι ενισχύσεις της Αμερικής στην ήπειρο ήταν αρκετές μόνο για να επιβραδύνουν τον ρυθμό βελτίωσης της θέσης της Ρωσίας. Η κυβέρνηση Τζο Μπάιντεν οδηγήθηκε στο να αποφασίσει περικοπές στρατιωτικών δαπανών, αφού ελήφθη υπόψιν ο πληθωρισμός. Ο αμυντικός προϋπολογισμός της Αμερικής, περίπου 700 δισ δολαρίων μπορεί να φαίνεται εντυπωσιακός, αλλά η Ρωσία έχει το πλεονέκτημα να πληρώνει λιγότερα για τους μισθούς των στρατευμάτων και για τον εγχώριο εξοπλισμό. Προσαρμόζοντας αυτές τις διαφορές, ο αμυντικός προϋπολογισμός της Ρωσίας έχει αυξηθεί πολύ πιο γρήγορα από αυτόν της Αμερικής τις τελευταίες δύο δεκαετίες. Οι Ευρωπαίοι σύμμαχοι έχουν να απαντήσουν ακόμη περισσότερα: Κυρίως οφείλουν να  εγκαταλείψουν τη φαντασίωση ότι η ειρήνη είναι  δικαίωμά τους. Παλαιότερα είχαν σοβαρή μαχητική δύναμη. Είναι καιρός για την Ευρώπη να προχωρήσει.

Ίσως, στην προσπάθειά του να κατακτήσει όλη την Ουκρανία, ο Πούτιν τα παίζει όλα για όλα.  Μια μακρά κατοχή της Ουκρανίας θα διεύρυνε τις δυνατότητες της Ρωσίας. Ωστόσο, δεν πρέπει να υποθέσουμε ότι η Ουκρανία θα γίνει το Αφγανιστάν του Πούτιν ή το Ιράκ του, επειδή κάποιοι άλλοι ηγέτες είχαν κάνει τα δικά τους λάθη. Ο Βλαντιμίρ Πούτιν θα μπορούσε απλώς να επιλέξει να καταστρέψει την Ουκρανία και να αφήσει τη Δύση να μαζέψει τα κομμάτια της. Μια τόσο διαμελισμένη, δυσλειτουργική Ουκρανία θα μπορούσε κάλλιστα να ταιριάζει στα συμφέροντά του. Οι πρόσφατοι πόλεμοι της Ρωσίας έχουν υπολογιστεί προσεκτικά και έχουν περιορισμένο κόστος. Δεν υπάρχει καμία εγγύηση ότι θα συμβεί κάτι διαφορετικό στη σημερινή σύγκρουση.

Η στρατηγική των ΗΠΑ για τη δημοσιοποίηση πληροφοριών σχετικά με την συγκέντρωση ρωσικών στρατευμάτων γύρω από την Ουκρανία ήταν έξυπνη, αλλά ο Πούτιν ενήργησε διαφορετικά. Ενδεχομένως να ήταν – είναι ;- δημοφιλές να κοροϊδεύεις τον Ρώσο πρόεδρο για την κοσμοθεωρία του – του 19ου αιώνα – αλλά η χρήση της στρατιωτικής του δύναμης για την ενίσχυση της επιρροής της Ρωσίας λειτούργησε, δυστυχώς, στον 21ο αιώνα.

Η υπόθεση της Δύσης ότι το τόξο της ιστορίας είναι προς το μέρος της, θεωρείται αφελής. Το ίδιο αφελές θα ήταν να αφήσουμε το στρατιωτικό μας πλεονέκτημα να ξεφύγει. Η ήπια ισχύς και η οικονομική επιρροή είναι καλές δυνατότητες, αλλά δεν μπορούν να σταματήσουν τη ρωσική πανοπλία καθώς κατευθύνεται σταθερά προς το Κίεβο.

 

 

Chris Miller, assistant professor at the Fletcher School at Tufts University.