Όχι εάν, αλλά πότε η Γιάλτα για την Ουκρανία

Γράφει ο Γιώργος Καπόπουλος στο Kreport.gr 

Εάν όντως οι ΗΠΑ θέτουν ως προαπαιτούμενο μιας συνάντησης Μπάιντεν-Πούτιν την αποχώρηση των ρωσικών δυνάμεων από την Ουκρανία και αν αντίστοιχα η Ρωσία ζητά να προηγηθεί η αναγνώριση της προσάρτησης των τεσσάρων κατεχομένων ουκρανικών επαρχιών, τότε εύλογα τίθεται το ερώτημα τι νόημα έχουν τοποθετήσεις που εμφανίζουν και τις δύο  πλευρές να είναι αμετακίνητες στις θέσεις τους.

Είναι φανερό ότι βρισκόμαστε στη φάση επικοινωνιακής προετοιμασίας για μια συνολική διμερή διαπραγμάτευση ΗΠΑ-Ρωσίας που φαίνεται αναπόφευκτη καθώς καμιά πλευρά δεν μπορεί να πραγματοποιήσει τους αρχικούς της στόχους.

Αυτό που πρέπει εξαρχής να σημειωθεί ότι παρά την δέσμευση των ΗΠΑ να  υπάρξει συναίνεση του ΝΑΤΟ και της Ουκρανίας σε οποιαδήποτε φόρμουλα διαβούλευσης η πραγματικότητα είναι διαφορετική.

Ουάσιγκτον και Μόσχα είναι προφανές ότι διαπραγματεύονται ένα συνολικό πλαίσιο συνύπαρξης που να κατοχυρώνει τα κεκτημένα δέκα μηνών από την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία.

Οι ΗΠΑ είδαν να υλοποιείται ένας διαχρονικός τους στόχος, η διάρρηξη της ειδικής σχέσης Γερμανίας-Ρωσίας, αλλά και τη συσπείρωση του συνόλου σχεδόν της Γηραιάς Ηπείρου κάτω από το στέγαστρο του ΝΑΤΟ, με κορυφαία πράξη την προσχώρηση της Σουηδίας και της Φιλανδίας στο ΝΑΤΟ.

Η Ρωσία με την σειρά της κέρδισε στρατηγικά σημαντικές επαρχίες στην Ουκρανία και έστειλε ένα ξεκάθαρο μήνυμα προς της πρώην Σοβιετικές Δημοκρατίες ότι το τίμημα της απόσχισης από την άτυπη ζώνη ρωσικής επικυριαρχίας δεν είναι άλλο από τον οδυνηρό εδαφικό ακρωτηριασμό -μια κατάσταση πραγμάτων που καταγράφηκε πρώτα  στη Μολδαβία και τη Γεωργία και στη συνέχεια, το 2014 και το 2022, στην Ουκρανία.

Αν θεωρήσουμε ότι η Λευκορωσία είναι πλέον ντε φάκτο επαρχία της Ρωσίας όπως και το Καζακστάν, που το 40% του συνολικού του πληθυσμού είναι ρωσόφωνοι, τότε, με εξαίρεση την βαριά εδαφικά ακρωτηριασμένη Ουκρανία, η Ρωσία 31 χρόνια μετά την διάλυση της ΕΣΣΔ ελέγχει το μεγαλύτερο τμήμα της.

Ετσι το πραγματικό ζητούμενο από την σκληρή διαπραγμάτευση Λευκού Οίκου-Κρεμλίνου είναι αν η σημερινή κατάσταση πραγμάτων μπορεί να παραταθεί όχι σαν Παγωμένη Σύγκρουση αλλά ως Συνολική Εκεχειρία.

Να θυμίσουμε ότι ο Πόλεμος της Κορέας έληξε τον Ιούλιο του 1953 με μια εκεχειρία που ισχύει μέχρι σήμερα, και ότι οι ΗΠΑ ουδέποτε αναγνώρισαν την προσάρτηση των Βαλτικών Δημοκρατιών στην ΕΣΣΔ το 1939-40.

Ο σκληρός πυρήνας της διαπραγμάτευσης Λευκού Οίκου-Κρεμλίνου είναι αν τα κέρδη των ΗΠΑ στην Γηραιά Ήπειρο από την ρωσική εισβολή μπορούν να συνυπάρξουν με μια έστω σταδιακή άρση των κυρώσεων που η Δύση έχει επιβάλλει στη Ρωσία.

Ο συμβιβασμός που θα έλθει αργά η γρήγορα, προβάλλει ήδη σαν μια νέα Γιάλτα με πιο δυσμενείς  όρους για τη Μόσχα.

Το ερώτημα που τίθεται πλέον δεν είναι αν θα πραγματοποιηθεί η συνάντηση Μπάιντεν –Πούτιν αλλά πότε.

Ένα πόλεμος τελειώνει είτε με μια συντριπτική ήττα της μιας πλευράς είτε με συμβιβασμό όταν οι αντίπαλες πλευρές καταλήξουν στο συμπέρασμα ότι η παράταση της σύγκρουσης κοστίζει πολύ πιο περισσότερο.