Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ «ΣΟΒΑΡΗ» ΜΟΥΣΙΚΗ, η νεοελληνική μουσική, η ελληνική λόγια μουσική, η νεοελληνική έντεχνη μουσική ή όπως αλλιώς την πούμε, ή όπως αλλιώς λέγεται και γράφεται, ποτέ δεν ήταν κτήμα των πολλών. Δεν μπορεί να συγκριθεί το ακροατήριό της με όσους ακούνε ποπ (κάθε είδους ποπ) και ροκ (κάθε είδους ροκ), ακόμη και τζαζ, «έντεχνο» τραγούδι ή κλασική μουσική.
Και το λέμε τούτο παρά το γεγονός πως οι απαρχές της νεοελληνικής μουσικής τοποθετούνται στον 16ον αιώνα, με τους ήχους της να κυλούν, βεβαίως, μέχρι τις μέρες μας.
Παρά το «βάρος» των πέντε αυτών αιώνων, στις «πλάτες» της, η νεοελληνική μουσική δεν έχει αποκτήσει ακόμη το στάτους, που της αναλογεί και της αρμόζει, στην κοινωνία συνολικά, και οι αιτίες είναι διάφορες – και πάντως όχι του παρόντος, για να τις προσδιορίσουμε και να τις καταδείξουμε. Αιτίες, που, φυσικά, δεν σχετίζονται με την καλλιτεχνική αξία της.
Υπάρχει λοιπόν ένα φανατικό και σχετικώς ολιγάριθμο κοινό, που, είτε από την πλευρά των δημιουργών (συνθέτες, μαέστροι, οργανοπαίκτες), είτε από την μεριά των επαγγελματιών-επιχειρηματιών (δάσκαλοι ωδείων, ιδιοκτήτες χώρων και δισκογραφικών εταιρειών, εκδότες βιβλίων κ.ά.), είτε από την μεριά των μουσικολόγων, μουσικογράφων, συγγραφέων, ερευνητών, είτε από την μεριά των απλών μουσικόφιλων-ακροατών, στηρίζει με πάθος τον χώρο της ελληνικής λόγιας μουσικής, επιχειρώντας να την βαθύνει, να την μελετήσει, να την αναδείξει και να την προωθήσει.
Η συνέχεια του άρθρου όπως και αναλυτικά τα βιβλία στη Lifo.gr