Γεώργιος Ιωαννίδης (Αίγιο 1893- Αθήνα 1953). Πρώτος διευθυντής του εργαστηρίου Μικροβιολογίας του Ελληνικού Ινστιτούτου Παστέρ ανέλαβε αγώνα για το αντιφυματικό εμβόλιο CALMETTE σ΄εποχή όπου όχι μόνο εδώ, αλλά και σε άλλες χώρες ο σωτήριος αυτός προφυλακτικός εμβολιασμός κατεπολεμείτο.
Γράφει η δημοσιογράφος – ερευνήτρια Χριστίνα Φίλιππα
Μία σπουδαία φυσιογνωμία της ιατρικής επιστήμης του περασμένου αιώνα, άγνωστη στους πολλούς αν και οι πολλοί του οφείλουν πολλά. Ο Ιωαννίδης είναι ο άνθρωπος που το 1926 ανέλαβε διευθυντής του εργαστηρίου Μικροβιολογίας και Μυκητολογίας στο ελληνικό Ινστιτούτο Παστέρ το οποίο κυριολεκτικά έστησε, οργάνωσε και υπηρέτησε ως Διευθυντής κάτω από πολύ δύσκολες, αντίξοες και πιεστικές συνθήκες.
Το Ελληνικό Ινστιτούτο Παστέρ, όπως γνωρίζουμε, είχε ιδρυθεί το 1919 από την κυβέρνηση του Ελ. Βενιζέλου σε μία εποχή με τεράστια υγειονομικά προβλήματα και ανύπαρκτη υγειονομική πρόληψη.. Στη χώρα μας μετά και την Μικρασιατική Καταστροφή ή κατάσταση έχει γίνει εκρηκτική διότι είχαμε αθρόες αφίξεις προσφύγων που εγκαθίστανται σε παραγκουπόλεις και επιδημικές νόσοι που είχαν τεθεί πρώιμα υπό έλεγχο όπως η πανώλη, η χολέρα, ο εξανθηματικός τύφος, ο Δάγκειος πυρετός, του οποίου θύμα υπήρξε και ο ίδιος ο Βενιζέλος, επανεμφανίζονται και μαστίζουν τον λαό. Στις αρχές της δεκαετίας του 1920 μόνο τα κρούσματα της ελονοσίας έφταναν το 1.000.000 ετησίως και η φυματίωση άφηνε πίσω της εκατόμβες θυμάτων.
Οι δραστηριότητες του Ιδρύματος Παστέρ στο ξεκίνημα επικεντρώνονται στην παραγωγή εμβολίων και ορών, με έμφαση στο αντιφυματικό εμβόλιο BCG. Η Ελλάδα είναι η πρώτη χώρα μετά την Γαλλία που καθιερώνει τον αντιφυματικό εμβολιασμό βρεφών και νηπίων, και το Ινστιτούτο Παστέρ και ο Ιωαννίδης έχει μία σημαντική συμβολή στην εξάλειψη της φυματίωσης η οποία είχε αποβεί μάστιγα. Στον Ιωαννίδη οφείλεται επίσης η ενημέρωση και η διάδοση των εμβολιασμών για τη διάσωση εκατομμυρίων παιδιών από ασθένειες όπως η πολιομυελίτιδα.
Ο Γεώργιος Ιωαννίδης γεννήθηκε στο Αίγιο και ήταν το μοναχοπαίδι του γιατρού Σπυρίδωνος Ιωαννίδη και της Ελένης Σολιώτη, της ιστορικής οικογένειας Αιγιωτών αγωνιστών του 1821.
Το 1909 που τελειώνει το Γυμνάσιο στο Αίγιο είναι ήδη ορφανός από πατέρα. Έφυγε αμέσως μόνος για την Αθήνα με σκοπό να γραφτεί στην Ιατρική σχολή του πανεπιστημίου Αθηνών, αφήνοντας την μητέρα του, που του είχε τρομερή αδυναμία, μόνη στο Αίγιο.
Στην Αθήνα νοίκιασε δωμάτιο σε ένα ταπεινό σπίτι στην Πλατεία Βάθης ως οικότροφος κάποιας οικογένειας όπως γινόταν εκείνα τα χρόνια. Οι δυσκολίες πολλές για έναν παιδί 16 ετών που φεύγει από τον τόπο και το περιβάλλον που γεννήθηκε και μεγάλωσε, αποχωρίζεται από την στοργική αγκαλιά μιας υπερπροστατευτικής μάλιστα μητέρας και την συντροφιά φίλων και συμμαθητών, για να ταξιδέψει πρώτη φορά και να ζήσει μόνο του μεταξύ αγνώστων σε μία μεγάλη πόλη. Μία από τις δυσκολίες που αντιμετώπιζε, όπως διηγείτο στις κόρες του, ήταν ότι αναγκαζόταν να πηγαίνει στα Δημόσια Λουτρά να πλυθεί, γιατί η «πολυτέλεια του μπάνιου» δεν παρείχετο στο σπίτι που διέμενε.
Τελείωσε το πανεπιστήμιο το 1914 με το ξέσπασμα του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου και κατετάγη στο στρατό ως κληρωτός. Έγινε έφεδρος στην Υγειονομική υπηρεσία του στρατού και υπηρέτησε συνολικά εννέα έτη ως ιατρός μάχιμων μονάδων στην Μακεδονία και την Μικρά Ασία και στη συνέχεια ως Μικροβιολόγος σε Στρατιωτικά Νοσοκομεία στην Αθήνα και την Θράκη. Το 1923 απολύθηκε από το στρατό με το βαθμό του λοχαγού. Για την προσφορά του παρασημοφορήθηκε με το Σταυρό του Σωτήρος.
Το 1924 θα είναι μία χρονιά σημαντικών γεγονότων, αποφάσεων και αλλαγών στη ζωή του. Μετά τον στρατό αποφάσισε να εγκατασταθεί στην Αθήνα. Γράφτηκε στον νεοσύστατο Ιατρικό Σύλλογο Αθηνών (είχε ιδρυθεί στις 23/5/1923), ως γιατρός μικροβιολόγος και διορίστηκε Υγειονομικός Επιθεωρητής του Υπουργείου Υγιεινής, Πρόνοιας και Αντιλήψεως και επιμελητής του Υγειονομικού Εργαστηρίου
Στις 26 Ιουνίου 1924, παντρεύτηκε με την Ζωή Μελά, κόρη του Παύλου Μελά και της Ναταλίας Δραγούμη με την οποία είχε γνωριστεί δύο χρόνια πριν. Η Ζωή Μελά (30 Νοεμβριου1898 – 21 Δεκεμβρίου 1996) ήταν το δεύτερο παιδί του Παύλου Μελά και της Ναταλίας Δραγούμη. Σπούδασε χημικός το 1918 σε ηλικία 20 ετών στο νεοϊδρυθέν τότε Χημικό Τμήμα της Σχολής των Φυσικών και Μαθηματικών Επιστημών και μάλιστα είναι η πρώτη φοιτήτρια μαζί με την Αναστασία Αναργύρου που γράφονται στο τμήμα. Υπήρξε σπουδαία επιστήμων και εξαιρετικά δυναμική και δραστήρια. Εργάστηκε στον Ερυθρό Σταυρό και διετέλεσε διευθύντρια του Βιοχημικού Εργαστηρίου του Ελληνικού Ινστιτούτου Παστέρ. Υπήρξε από τα ιδρυτικά μέλη του «Συνδέσμου Ελληνίδων Επιστημόνων» και εμπνεύστρια της δημιουργίας της «Ένωσης Ελλήνων Χημικών».
Μπορεί η οικογένεια του Ιωαννίδη να ανήκε στην «καλή κοινωνία» του Αιγίου και ο ίδιος να έγινε γιατρός, αλλά δεν ανήκε στην υψηλή κοινωνία της Αθήνας, στην οποία ανήκαν οι Μελάδες και οι Δραγούμηδες πού ήταν τότε η πραγματική αστική τάξη της χώρας Άνθρωποι με κύρος, παιδεία, οικονομική ευμάρεια, δημόσια αξιώματα και γενναιόδωρες φιλανθρωπικές παροχές στο κοινωνικό σύνολο, που τους εξασφάλιζαν αναγνωρισιμότητα, σεβασμό και πολιτική στήριξη. Ήταν λοιπόν κεραυνός εν αιθρία όταν η Ζωή, με την αποφασιστικότητα που την διέκρινε, ανακοίνωσε κάποια μέρα στη μητέρα της ότι αποφάσισε να παντρευτεί με τον… Γεώργιο Ιωαννίδη.
–Ποιος είναι αυτός; θα την ρωτήσει έκπληκτη η Ναταλία Δραγούμη.
–Είναι γιατρός από επαρχία, από το Αίγιο!, της απάντησε χαμογελώντας με αυτοπεποίθηση η Ζωή. Αν θες να μάθεις και να πάρεις συστάσεις μπορείς να ρωτήσεις τον Μακά και τον Λούρο (εννοεί τον Μαθιό Μακά (1879-1965) γιατρό χειρούργο, πρωτεργάτη της αιμοδοσίας στην Ελλάδα και τον Νικόλαο Λούρο (1898-1986) καθηγητή Μαιευτικής και Γυναικολογίας του πανεπιστημίου Αθηνών και Ακαδημαϊκό). Ο γάμος του Ιωαννίδη και της Μελά έγινε στο «θρυλικό» σπίτι της Κηφισιάς στην οδό Τάτοϊου, το σπίτι της αγάπης και της οικογενειακής γαλήνης, όπως το θεωρούσε το ζεύγος Παύλου Μελά και Ναταλίας Δραγούμη.
Το ζευγάρι μετά το γάμο του εγκαταστάθηκε στην Πλάκα, στην οδό Μονής Αστερίου 13, στο σπίτι που από το 1911 είχε εγκατασταθεί η Ναταλία Δραγούμη με τα δύο παιδιά της, που τότε ήταν σε εφηβική ηλικία, την 13χρονη Ζωή και τον 17χρονο Μίκη. Εκεί θα γεννηθούν και οι δύο κόρες του ζεύγους Ιωαννίδη, η Ελένη και η Ναταλία και η οικογένεια θα έχει πάντα κοντά της τη μητέρα της Ζωής Μελά, τη Ναταλία Δραγούμη-Μελά.
Ο Γιώργος Ιωαννίδης και η Ζωή Μελά απέκτησαν δύο κόρες την Ελένη (1928-1996) διδάκτωρ φιλολογίας του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και της Σορβόννης και την Ναταλία 1931- ) η οποία έκανε μουσικές σπουδές και εργάστηκε 28 χρόνια στην ιδιωτική Εκπαίδευση ως το 1992 οπότε και συνταξιοδοτήθηκε.
Όταν τον Ιούνιο του 1924 ξέσπασε η πανώλη στην Μεσσήνη (το ονομαζόμενο και «Νησί») του νομού Μεσσηνίας, ο Ιωαννίδης μόλις είχε παντρευτεί με τη Ζωή Μελά. Ο μήνας του μέλιτος ακυρώθηκε και το ζεύγος Ιωαννίδη, άνευ ουδεμίας αντιρρήσεως, μετέβη στη Μεσσηνία με απόφαση του Υπουργείου Υγιεινής, όπου ανατέθηκε στον Ιωαννίδη το έργο συντονισμού των ενεργειών, μαζί με τις αρχές του νομού, για την καταπολέμηση της πανώλης. Λόγω της σοβαρότητας της κατάστασης αποφασίστηκε η εγκατάστασή του στην περιοχή μέχρι της πλήρους εξαλείψεως της ασθένειας. Στην Αθήνα επέστρεψαν μετά από τρεις μήνες.
Το 1926 αναλαμβάνει τη διεύθυνση του εργαστηρίου Μικροβιολογίας και Μυκητολογίας του Ελληνικού Ινστιτούτου Παστέρ.
Ο Δρ. Γεώργιος Κωνσταντίνου Πάγκαλος , μικροβιολόγος που εργάστηκε στο ΕΙΠ από το Νοέμβρη του 1927 έως το 1930, στο βιβλίο του «Πενήντα πέντε χρόνια στην υπηρεσία της Ιατρικής-μνήμες από τη ζωή» αναφέρεται αρκετές φορές με μεγάλο σεβασμό και θαυμασμό στον Ιωαννίδη. Ιδού πώς τον περιγράφει:
«Δάσκαλοί μου στο Ινστιτούτο (εννοεί το Ινστιτούτο Παστέρ) ήταν οι αείμνηστοι G. Blanc και ο Γεώργιος Ιωαννίδης. Ο τελευταίος είχε ευρύτατη μόρφωση και ήταν ακαταπόνητος εργάτης της επιστήμης, στην οποία είχε αφιερώσει όλο το χρόνο και όλη την ενεργητικότητά του. Μαζί με την εξαιρετική ως επιστήμονα και ως άνθρωπο σύζυγό του , διευθύντρια του Βιοχημικού εργαστηρίου του Ινστιτούτου, Ζωή, κόρη του εθνικού ήρωα Παύλου Μελά, ήταν οι στυλοβάτες του Ινστιτούτου Παστέρ. Οφείλω πολλά στον αείμνηστο Γεώργιο Ιωαννίδη, γιατί ο ευγενικός και πράος εκείνος άνθρωπος, υπήρξε ακούραστος συμπαραστάτης και σύμβουλός μου, βοηθώντας με σε κάθε προσπάθεια μου στην αρχή της υπηρεσίας μου στο Ινστιτούτο Παστέρ». Βιβλιογραφία: ««Πενήντα πέντε χρόνια στην υπηρεσία της Ιατρικής-μνήμες από τη ζωή», 1985, σ. 67.
Δίδαξε στην Υγειονομική Σχολή Αθηνών και στη Σχολή Εκπαιδευτριών Αδελφών Νοσοκόμων.
Το 1950 ορίστηκε υποδιευθυντής του Ιδρύματος και το 1951 παρασημοφορήθηκε από τη Γαλλική Πρεσβεία με τα διάσημα (παράσημο) του Ιππότη της Λεγεώνος της Τιμής επί προέδρου της Γαλλικής Δημοκρατίας Βινσέν Οριόλ (Vincent Auriol). Πρόκειται για υψηλή τιμητική διάκριση που απονέμεται ως ηθική αμοιβή όχι μόνο σε γάλλους αλλά και σε πολίτες άλλων χωρών, είτε επιστήμονες είτε για το ήθος, την προσήλωση και την απόδοση στο έργο τους. Με το ίδιο παράσημο μετά λίγα χρόνια βραβεύθηκε και η γυναίκα του Ζωή Μελά για το επιστημονικό της έργο και το εξαίρετο ήθος της, όταν ο ίδιος δεν υπήρχε πια στη ζωή.
Ο Ιωαννίδης διατήρησε τους δεσμούς με την γενέτειρα του την οποία επισκεπτόταν πολύ συχνά για να δει τη μητέρα του, στην οποία είχε μεγάλη αδυναμία, όπως και εκείνη σ αυτόν.
Αρχές του 1950 άρχισαν τα προβλήματα υγείας του. Μετά από μία βραχεία νοσηλεία και ένα ιατρικό συμβούλιο στο νοσοκομείο του Ερυθρού Σταυρού, αποφασίστηκε ότι πρέπει να μεταβεί εσπευσμένως στην Αγγλία για περαιτέρω εξετάσεις και ενδελεχή έλεγχο ώστε να εκτιμηθεί η κατάσταση. Έφυγαν με τη γυναίκα του για την Οξφόρδη μετά από ένα αγώνα δρόμου για να συγκεντρώσουν τα απαραίτητα ταξιδιωτικά και ιατρικά έγγραφα καθώς τα ταξίδια εκείνα τα χρόνια ήταν δύσκολα και απαιτούσαν πολλές διαδικασίες και διατυπώσεις.
Ο Ιωαννίδης δεν αποδέχτηκε κάλυψη των εξόδων νοσηλείας του από το Ελληνικό Ινστιτούτο Παστέρ. Τελικά ταξίδεψαν με υπηρεσιακά διαβατήρια. Στην Οξφόρδη τους περίμενε ο πρέσβης Λέων Β. Μελάς, 2ος ξάδελφος εκ πατρός της Ζωής Μελά – Ιωαννίδη και ο καθηγητής στο πανεπιστήμιο της Οξφόρδης και μετέπειτα ακαδημαϊκός και υπουργός, Κωνσταντίνος Τρυπάνης. οι οποίοι ευτυχώς διευκόλυναν την δύσκολη κατάσταση. Ο Ιωαννίδης δεν αγαπούσε τα ταξίδια και τις πολλές μετακινήσεις γιαυτό τα απέφυγε σε όλη του τη ζωή. Μία επιθυμία είχε εκφράσει μόνο. Να γνωρίσει το Λονδίνο. Δυστυχώς το πραγματοποίησε υπό πολύ κακές συνθήκες. Μετά παραμονή δέκα ημερών στο νοσοκομείο της Οξφόρδης και αφού ολοκληρώθηκαν οι επίπονες και εξαντλητικές εξετάσεις στις οποίες υποβλήθηκε, η γυναίκα του με υπομονή και την αγάπη της τον βοήθησε να πραγματοποιήσει αυτή την παλιά επιθυμία και να περιηγηθούν με αυτοκίνητο το Λονδίνο, γεγονός που τον χαροποίησε πολύ..
Επέστρεψαν στην Ελλάδα και πέθανε περίπου ένα χρόνο αργότερα, στις 29 Ιανουαρίου 1953 από υπερτασική εγκεφαλοπάθεια, όπως ο ίδιος είχε υποπτευθεί όταν πρωτοεμφανίστηκαν τα συμπτώματα και είχε κάνει λόγο για αγγειακό πρόβλημα παρά την διαφορετική άποψη που είχαν διατυπώσει οι συνάδελφοί του στην Αθήνα ότι πρόκειται για καρκίνο στον εγκέφαλο.
Την 1η Φεβρουάριο του 1954, ακριβώς ένα χρόνο μετά το θάνατό του, το Ελληνικό Ινστιτούτο Παστέρ θέλοντας να τιμήσει την μνήμη και το έργο του μεγάλου επιστήμονα και συνεργάτη του Γεωργίου Ιωαννίδη, διοργάνωσε εκδήλωση κατά την οποία τοποθετήθηκε μαρμάρινη πλάκα στο κτήριο Κ3 (νυν κτήριο Διοίκησης) του Ελληνικού Ινστιτούτου Παστέρ, στον διάδρομο έξω από το χώρο που μέχρι και την δεκαετία του 1980 περίπου ήταν το Εργαστήριο Βακτηριολογίας, το οποίο υπηρέτησε ως Διευθυντής. Την ομιλία της εκδήλωσης έκανε ο Γιατρός Γεώργιος Πάγκαλος.
«Κυρίες και Κύριοι,
Εχουν και τα ιδρύματα όπως και οι λαοί την ιστορία τους. Έχουν επίσης και αποστόλους και μάρτυρας. Ο Γ. Ιωαννίδης είναι ο πρωτόκλητος και ο πρωτομάρτυς του Ελληνικού Ινστιτούτου Παστέρ. Φεύγοντας ο μάρτυς αυτός μας αφήκε κάτι πολυτιμότερο από ένα επιστημονικό έργον, μας αφήκε ένα παράδειγμα.
Αυτό το παράδειγμα, εμείς οι σύγχρονοι του, δεν θα το ξεχάσωμε. Αλλά οι άνθρωποι είναι περαστικοί από τον κόσμον αυτόν και οι επιγενόμενοι πρέπει να διατηρήσουν εις την μνήμην των το παράδειγμα του Γ. Ιωαννίδη.
Όταν τον συνοδεύαμε τον αλησμόνητο φίλο στην τελευταία του κατοικία εσκεπτόμουν πώς θα έπρεπε να υπάρχη ένα σημάδι που να δείχνη το πέρασμά του από το Ελληνικό Ινστιτούτο Παστέρ. Επρότεινα εις τον φίλον διευθυντήν του Ινστιτούτου Παστέρ κ. MERCIER να τοποθετήσουμε μία πλάκα όπου να αναφέρεται ότι σ΄ αυτό το Εργαστήριο ο Ιωαννίδης υπηρέτησε πιστά την επιστήμη.(…)
Η αναμνηστική αυτή πλάκα δεν προορίζεται να ικανοποιήση καμίαν ανθρώπινη ματαιοδοξία, είναι ένας φόρος στην επιστημονικήν αρετή και μία υπόδειξη.
Δεν είναι κατάλληλη η στιγμή για να αναλύσωμε το έργο του Ιωαννίδη, τούτο μόνο θα υπενθυμίσω ότι ο πράος και συνεσταλμένος αυτός επιστήμων εγένετο μαχητής όταν επρόκειτο να υποστηρίξη αυτό που ήταν σωστό. Αυτό συνέβη με τον αγώνα του για το αντιφυματικόν εμβόλιο CALMETTE σ΄εποχή όπου όχι μόνο εδώ αλλά και σε άλλες χώρες ο σωτήριος αυτός προφυλακτικός εμβολιασμός κατεπολεμείτο. Η παγκόσμιος σχεδόν αναγνώρισις του εμβολίου τούτου ήταν μεγάλη ικανοποίηση για τον Ιωαννίδη, που ως στυλοβάτης τελευταία του Ιδρύματος παρεσκεύαζεν υπεύθυνα το σπουδαίον αυτό μέσον καταπολέμησης μιάς φοβερής μάστιγος.
Ας στρέψωμε για μία στιγμή τον λογισμό μας στον αξέχαστο συνάδελφο και ας ευχηθούμε ναχει πολλούς μιμητάς».
Στα επιστημονικά του ενδιαφέροντα περιλαμβανόταν θέματα σχετικά με την πηκτικότητα του αίματος, τους ακτινομύκητες, τον τυφοειδή πυρετό, την πανώλη, το Δάγκειο πυρετό.
Δημοσίευσε περισσότερες από 50 ερευνητικές εργασίες σε ελληνικά και ξένα περιοδικά. Δημοσίευσε κατά καιρούς άρθρα εις διάφορα περιοδικά ιατρικά και έδωσε διαλέξεις.
Κατά τα μεταπολεμικά έτη έδιδε κατ’ έτος σειράν ομιλιών γαλλιστί επί βιολογικών θεμάτων, απευθυνόμενος εις ευρύτερον κοινόν εις το Ινστιτούτον Ανωτέρων Γαλλικών Σπουδών. (Σημείωμα της Ζωής Μελά-Ιωαννίδη 1955).
Οι απόψεις του για την δημόσια υγεία
Ο Ιωαννίδης λειτούργησε με τις ηθικές αξίες μιας επιστήμης που προσφέρει υπηρεσίες στην κοινωνία και πίστευε ακράδαντα ότι οι υπηρεσίες αυτές θα έπρεπε να προσφέρονται δωρεάν. Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο δεν ίδρυσε ιδιωτικό ιατρείο αν και είχε τη δυνατότητα και τις κοινωνικές γνωριμίες που θα του εξασφάλιζαν μία πλούσια πελατεία. Κι όμως! Μολονότι εργάστηκε σε δημόσιες υπηρεσίες και ερευνητικά ιδρύματα, σε όλη την επαγγελματική του ζωή ενήργησε ως γιατρός πεδίου και όχι ως επιστήμονας εργαστηρίου,
Οι απόψεις του για δημόσια και δωρεάν υγεία ήταν ακλόνητες. Υποστήριζε ότι χρειάζεται ένας μόνιμος Υφυπουργός Υγείας μακριά από κομματικές και πολιτικές σκοπιμότητες ο οποίος να μην αλλάζει κάθε φορά που αλλάζει η Κυβέρνηση αλλά να παραμένει για να εκτελέσει το πρόγραμμα που έχει ψηφιστεί. Θα πρέπει να λειτουργεί υπερκομματικά και να απολύεται σε διαφωνία με τον Υπουργό μόνο με την αυξημένη πλειοψηφία της Βουλής.
Ο Ιωαννίδης έφυγε νωρίς χωρίς να έχει ολοκληρώσει τον κύκλο της συμβολής του στην επιστήμη που αγάπησε και υπηρέτησε. Υπήρξε πρότυπο «παστεριανού». Εργατικός, ίσως και εργασιομανής, υπήρξε προσηλωμένος στο λειτούργημα της ιατρικής, και σεμνός πολύ. Τα παράσημα και οι διακρίσεις που απέκτησε στη ζωή του «στόλιζαν» ένα…συρτάρι του γραφείου του επιμελώς τοποθετημένα σε κουτί.
Κλείνοντας αυτό το μικρό αφιέρωμα στην μνήμη του και με την υπόσχεση να ολοκληρωθεί σύντομα η έκδοση της βιογραφίας του, θέλω να απευθύνω με όλη μου την καρδιά την αγάπη και την εκτίμησή μου στην κόρη του Γεωργίου Ιωαννίδη και της Ζωής Μελά, κυρία Ναταλία Ιωαννίδου, για την προθυμία να βοηθήσει στην έρευνα και τις ατέλειωτες συζητήσεις μας καθώς και την Δρ. Χριστίνα Οικονομοπούλου, προϊσταμένη τμήματος Διοίκησης του Ελληνικού Ινστιτούτου Παστέρ και τον Ανδρέα Bούρτση ιστορικό της επιστήμης, για την βοήθειά και την συνεργασία μας.
Χριστίνα Φίλιππα