Στα θερινά τα σινεμά…

Τι μπορούμε να δούμε στους κινηματογράφους…

Αυτή την εβδομάδα, ο Μπένεντικτ Κάμπερμπατς γίνεται ο «Κατάσκοπος του Ψυχρού Πολέμου», η Κέλι Ρέιχαρντ σκηνοθετεί αριστουργηματικά την ιστορία μιας ανδρικής φιλίας, ένας απροσδόκητος εκδικητής–τιμωρός στα χνάρια του John Wick βρίσκει ιδανικό εκφραστή στο πρόσωπο του Μπομπ Όντενκερκ («Better Call Saul», «Breaking Bad»), ενώ ο Δημήτρης Μπαβέλας αναζητά την Λώρα Ντουράντ και μαζί τα χαμένα όνειρα μιας ολόκληρης γενιάς.

First Cow

Σκηνοθεσία: Κέλι Ρέιχαρντ

Παίζουν: Τζον Μαγκάρο, Οράιον Λι

Περίληψη: Ένας λιγομίλητος μοναχικός τύπος και επιδέξιος μάγειρας, μέλος μιας ομάδας κυνηγών γούνας στο Όρεγκον, γίνεται φίλος με έναν Κινέζο μετανάστη, που αναζητεί κι εκείνος την τύχη του. Σύντομα,η συνεργασία τους θα οδηγήσει σε μια επιτυχημένη επιχείρηση, η μακροβιότητα της οποίας θα εξαρτηθεί από τη «μυστική» συμμετοχή της βραβευμένης αγελάδας ενός πλούσιου γαιοκτήμονα.

Μια από τις πιο σημαντικές δημιουργούς της εποχής μας, που αδίκως δεν έχει αναγνωριστεί όσο θα έπρεπε, η Κέλι Ρέιχαρντ («Wendy & Lucy», «Meek’s Cutoff», «Night Moves») για μία ακόμη φορά στρέφει το ξεχωριστό και διορατικό βλέμμα της στην Αμερικανική Δύση, αποσπώντας το βραβείο Καλύτερης Ταινίας στα Βραβεία της Ένωσης Κριτικών Κινηματογράφου της Νέας Υόρκης.

Μεταφέροντάς μας στις αρχές του αιώνα, τότε που η Αμερική ήταν η «Γη της Επαγγελίας», αφηγείτα την ιστορία μιας ανδρικής φιλίας, που στην ουσία εξερευνά τα θεμέλια της χώρας, θέτοντας το σκωπτικό ερώτημα σε «ποιον ανήκει τελικά η πρώτη αγελάδα». Εκεί ένας μάγειρας εξωστρεφής και λιγομίλητος- κάποιοι σήμερα θα μπορούσαν να τον θεωρήσουν κι αφελή- ακολουθεί μια ομάδα κυνηγών, που αναζητούν την τύχη τους στα δάση του Βορρά. Μέσα στην ομορφιά του άγριου τοπίου συναντάει κατά τύχη έναν πεινασμένο Κινέζο μετανάστη. Οι δυο τους ξανασυναντιούνται λίγο αργότερα και μια ιδιαίτερη φιλία αναπτύσσεται μεταξύ τους. Εντυπωσιασμένοι από την πρώτη αγελάδα που καταφτάνει στην περιοχή και βρίσκεται στην κατοχή ενός Βρετανού γαιοκτήμονα, αποφασίζουν να συνεταιριστούν και να ανοίξουν μια πρωτότυπη επιχείρηση: ο Κινέζος με τις δικές του μεθόδους κλέβει το πολύτιμο γάλα της αγελάδας, ο μάγειρας φτιάχνει τα απίστευτα μπισκότα του, που γίνονται ανάρπαστα. Όλοι είναι πρόθυμοι να πληρώσουν όσο όσο για να τα απολαύσουν, το ίδιο κι ο αριστοκράτης, που όμως αγνοεί πως το γάλα τους προέρχεται από τη δική του αγελάδα.

FIRST COW_11.12.18_AR_0623.ARW

Αποικιοκράτες, μετανάστες, αριστοκράτες φτωχοδιάβολοι, πληβείοι και αστοί αποτελούν έναν εντυπωσιακό καμβά, πάνω στο οποίο η Ρέιχαρντ με λυρισμό, αργό ρυθμό που καταφέρνει να δημιουργεί σασπένς, και χαμηλούς τόνους εξερευν το πώς δημιουργήθηκε η Αμερική, αλλά και τις αρχές του καπιταλισμού. Εκμεταλλευτές και εκμεταλλευόμενοι μπλέκουν σε ένα απίθανο γαϊτανάκι, όπου οι ταξικές διακρίσεις, η αλλοτρίωση και το «όνειρο μιας καλύτερης ζωής» που ταυτίζεται με την υλική ευμάρεια, έρχονται σε αντιδιαστολή με την ανθρώπινη υπόσταση, αλλά και την ίδια τη φύση. Γι’ αυτό και η σπουδαία κινηματογραφίστρια αιχμαλωτίζει στον φακό της την ομορφιά του Αμερικανικού Βορρά, αλλά και τα γεμάτα ανθρωπιά βλέμματα των ηρώων της. Ξεκινώντας μάλιστα από το σήμερα όπου μια γυναίκα ανακαλύπτει στο δάσος δύο αγκαλιασμένους σκελετούς φροντίζει από τοπρώτο πλάνο να συνδέσει αυτή την ιστορία από το παρελθόν με τη σύγχρονη εποχή, αφήνοντας στον θεατή τους περαιτέρω συνειρμούς, δημιουργώντας ένα καθηλωτικό νέο-γουέστερν, που στοχάζεται για την ανθρώπινη παρουσία μέσα στο ιστορικό γίγνεσθαι.

Ο Κατάσκοπος του Ψυχρού Πολέμου (The Courier)

Σκηνοθεσία: Ντομινίκ Κουκ

Παίζουν: Μπένεντικτ Κάμπερμπατς, Μεράμπ Νινιτζέ, Ρέιτσελ Μπρόσναχαν, Τζέσι Μπάκλει

Περίληψη: H ιστορία του βρετανού επιχειρηματία, Γκρέβιλ Γουίν, που βοήθησε την CIA να εισχωρήσει στα σοβιετικά πυρηνικά προγράμματα, κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου.

Ιστορική κατασκοπευτική περιπέτεια με τον Μπένεντικτ Κάμπερμπατς, που βασίζεται σε αληθινά γεγονότα.

Ένας ικανός Βρετανός επιχειρηματίας και οικογενειάρχης, ο Γκρέβιλ Γουίν, που δεν έχει ιδιαίτερες σχέσεις με την πολιτική, στρατολογείται από τις μυστικές υπηρεσίες κατά τη διάρκεια του Ψυχρού πολέμου, την περίοδο της κρίσης στην Κούβα. Ο Γουίν, που επιστρατεύτηκε από την MI6 για να συνεργαστεί με τη CIA, έπρεπε να κερδίσει την εμπιστοσύνη ενός σοβιετικού αξιωματούχου του Όλεγκ Πενκόφσκι, και να του αποσπάσει πολύτιμες πληροφορίες.

Στην κορύφωση του Ψυχρού Πολέμου, κι ενώ Ρωσία και Αμερική ετοιμάζονται να εξαπολύσουν τους πυραύλους τους, ο Πενκόφσκι με τη συνδρομή του Γουίναποφασίζει να αποκαλύψει άκρως απόρρητες πληροφορίες, για να αποτρέψει μια παγκόσμια πυρηνική σύρραξη.

Ο Ντόμινικ Κουκ («Ανεκπλήρωτος Γάμος»), ακολουθώντας τη συνταγή ενόςτυπικού κατασκοπευτικού δράματος, αποφεύγει εντέχνως τις πολλές ιστορικές πληροφορίες κι εστιάζει περισσότερο στην πράξη δυο απλών και καθημερινών ανθρώπων, που έγιναν ήρωες εν αγνοία τους, απλώς επειδή ήθελαν να προστατέψουν τους δικούς τους, τις πατρίδες τους και τελικά τον πλανήτη. Μέσα από αυτή την πράξη αυτοθυσίας που ξεπερνάει τα στενά όρια της πολιτικής, ο Γουίν και ο Πενκόφσκι, αρνούμενοι να υποταχθούν στο σύστημα και να υπακούσουν στους κανόνες, μεταμορφώνονται από άβουλα πιόνια σε ενεργούς πολίτες και προλαβαίνουν μια τραγωδία.

Ο Κουκ, χωρίς να έχει στα χέρια του ένα σενάριο αντάξιο ενός Λε Καρέ, ακροβατεί ανάμεσα στο πολιτικό θρίλερ και το ιστορικό δράμα, με απώτερο στόχο να τιμήσει αυτές τις δυο σπάνιες περιπτώσεις, που η Ιστορία έχει ξεχάσει, δίνοντας ταυτόχρονα στον Μπένεντικτ Κάμπερμπατς την ευκαιρία για μια ακόμα σπουδαία ερμηνεία, που δίκαια τον κατατάσσει στο πάνθεον των μεγάλων ηθοποιών της σύγχρονης εποχής.

Κανένας (Nobody)

Σκηνοθεσία: Ίλια Ναϊσούλερ,Σενάριο Ντέρεκ Κολστάντ

Παίζουν: Μπομπ Όντενκερ, Κόνι Νίλσεν, Κρίστοφερ Λόιντ

Περίληψη: Μια βίαιη εισβολή ληστών ωθεί έναν φιλήσυχο κατά τα φαινόμενα οικογενειάρχη να αξιοποιήσει τα θανατηφόρα και αδίστακτα ένστικτά του, ώστε να κρατήσει την οικογένειά του ασφαλή.

Οι παραγωγοί και ο σεναριογράφος του «John Wick» μάς συστήνουν έναν ακόμα εκδικητή – τιμωρό, που ερμηνεύει ο βραβευμένος με Emmy ηθοποιός, Μπομπ Όντενκερκ («Better Call Saul», «Breaking Bad»).

Ο Χατς Μάνσελ είναι ένας άνδρας που περνάει απαρατήρητος, δέχεται αδιαμαρτύρητα τα χτυπήματα της μοίρας και δεν αντιδρά. Όταν μια συμμορία ληστών εφορμά στο σπίτι του και εκείνος δεν καταφέρνει να υπερασπιστεί την οικογένειά του, βιώνει την απόρριψη από τον έφηβο γιο του και τη γυναίκα του. Ο καταπιεσμένος Χατς όμως κρύβει ένα μεγάλο μυστικό: υπήρξε κάποτε πράκτορας και ως εκ τούτου διαθέτει δεξιότητες και δυνάμεις, που οι δικοί του αγνοούν. Γεμάτος οργή, αποφασίζει να πάρει το αίμα του πίσω και να αντιμετωπίσει κατά μέτωπο όποιον τολμήσει να τον υποτιμήσει.

Bob Odenkirk and Ilya Naishuller in Nobody (2021)

Ο Ρώσος Ίλια Ναϊσούλερ («Hardcore Henry») αξιοποιεί το καλογραμμένο για τα δεδομένα του είδους σενάριο τουΝτέρεκ Κολστάντ και φτιάχνει μια σειρά από βιρτουοζιτέ χορογραφίες, όπου το αίμα ρέει άφθονο και τα κορμιά στοιβάζονται στα πόδια του Χατς. Με χιούμορ που κυρίως υπονοείται μέσα από τα ανάλαφρα χιτάκια του soundtrack και υποθάλπεται από βιτριολικές ατάκες, γρήγορο μοντάζ και επιτυχημένα εφέ, κινηματογραφεί δεξιοτεχνικά τις περιπέτειες αυτού του μεσήλικα badass, αφήνοντας και τις απαραίτητες προοπτικές για συνέχεια.

Αν και συνήθως αυτού του είδους οι ταινίες δεν φημίζονται για την ιστορία τους, εδώ ο Κολστάντ καταφέρνει να φτιάξει μια συμπαγή για τα δεδομένα δραματουργία την οποία υποστηρίζει ο πολύ καλός Μπομπ Όντενκερκ. Με το βλέμμα και τις σιωπές του, δίνει υπόσταση στο παρελθόν του Χατς και φτιάχνει έναν ήρωα που μπορεί να μας πείσει για τους λόγους που μετατρέπεται σε φονικό όπλο.

Η Αναζήτηση της Λώρα Ντουράντ

Σκηνοθεσία: Δημήτρης Μπαβέλλας

Παίζουν: Μάκης Παπαδημητρίου, Μιχάλης Σαράντης, Άννα Καλαϊτζίδου, Δάνης Κατρανίδης

Περίληψη: Ο Αντώνης Τιτσάνης και ο Χρήστος Φερτάκης είναι δυο φίλοι που συγκατοικούν σε ένα μικρό διαμέρισμα στην Αθήνα. Τους ενώνει ο κοινός, πλατωνικός έρωτας που μοιράζονται για τη Λώρα Ντουράντ, μια μυθική πορνοστάρ της δεκαετίας του ’90, τα ίχνη της οποίας έχουν εξαφανιστεί μυστηριωδώς. Μια μέρα παίρνουν τη μεγάλη απόφαση να ξεκινήσουν την αναζήτησή της.

Ο Δημήτρης Μπαβέλας («Runaway Day») υπογράφει ένα ιδιοσυγκρασιακό road movie, που θα μπορούσε να είναι η rock ‘n roll εκδοχή της ομηρικής Οδύσσειας και έχει όλα τα φόντα να γίνει μέσα στον χρόνο cult.

Δυο φίλοι, ο Αντώνης και ο Χρήστος, γύρω τριάντα και κάτι, συγκατοικούν στην Αθήνα ως losers. Ο ένας, χωρισμένος πατέρας, δυσκολεύεται να τα βγάλει πέρα με τη διατροφή του παιδιού του, ο δεύτερος χάνει το επίδομα ανεργίας και μένει στον άσσο. Κολλητοί από παλιά μοιράζονται την ίδια νεανική φαντασίωση, που δεν είναι πάρα μια πορνοστάρ της δεκαετίας του ’90, η πανέμορφη και αθώα Λώρα Ντουράντ. Όταν τυχαία σε μια βιντεοκασέτα της ακούσουν -ή έτσι τουλάχιστον νομίζουν- το απεγνωσμένο μήνυμά της που τους ζητάει να τη σώσουν, αποφασίζουν να λύσουν το μυστήριο της εξαφάνισής της.

Τα βήματά τους θα τους οδηγήσουν σε μια σουρεαλιστική περιπλάνηση, όπου αλλόκοτοι χαρακτήρες, όπως ένας ατζέντης της βιομηχανίας πορνό, ο αρχηγός μιας νεοχίπικης σέχτας, μια ημίτρελη ηλικιωμένη που ζει σε έναν πύργο και πολλοί ακόμα που θυμίζουν με έναν παράδοξο τρόπο τις στάσεις του Οδυσσέα, τους οδηγούν στη δική τους «Ιθάκη». Γιατί η Λώρα στην ουσία είναι μια ιδέα, είναι η χαμένη τους νιότη, και μαζί η άρνησή τους να ενηλικιωθούν.

Εκπρόσωποι μιας γενιάς που καταδικάστηκε στην κατηγορία των «αποτυχημένων» χωρίς να φταίει, ο Αντώνης και ο Χρήστος γίνονται δύο συμπαθέστατοι αντι-ήρωες, τους οποίους ερμηνεύουν ο Μιχάλης Σαράντης και ο Μάκης Παπαδημητρίου με ειλικρίνεια και μια απολαυστική παιδικότητα, αντικατοπτρίζοντας ένα κομμάτι όλων μας.

Ο Μπαβέλας αναμειγνύει πολλά κινηματογραφικά είδη- επιστημονική φαντασία, φάρσα, buddy movies κ.α- και δίνει μια νέα πνοή στο weird wave σινεμά που έχει ανάγκη από μια πιο ανάλαφρη νότα, δημιουργώντας μια sui generis νοσταλγική κωμωδία, που μιλάει για τη σύγχρονη Ελλάδα, με αυθεντικό χιούμορ- αν και σε σημεία φλερτάρει με το γκροτέσκ- και μια αφοπλιστική αθωότητα, που σίγουρα θα αποκτήσει φανατικούς οπαδούς.

Παίζεται ακόμα:

Μια φορά κι έναν Καιρό (Come Away)

Σκηνοθεσία: Μπρέντα Τσάπμαν

 Παίζουν: Ντέιβιντ Ογιελόβο, Ανα Τσάνσελορ, Αντζελίνα Τζολί, Μάικλ Κέιν

Περίληψη: Η Αλίκη και ο Πίτερ προσπαθούν να παρηγορήσουν με κάθε τρόπο τους γονείς τους για τον θάνατο του μεγαλύτερο γιου τους.

Δύο από τα πιο διάσημα παραμύθια όλων των εποχών, η «Αλίκη στη Χώρα των Θαυμάτων» και ο «Πίτερ Παν», ενώνονται σε ένα υποθετικό πρίκουελ από τη σκηνοθέτη του «Brave» της Pixar.

Η οχτάχρονη Αλίκη και ο άτακτος αδερφός της Πίτερ ζουν στην εξοχή με τους γονείς τους. Ξαφνικά καλούνται να διαλέξουν ανάμεσα στον κόσμο της φαντασίας και στο σπίτι τους. Μπλέκοντας σε μία απίστευτη περιπέτεια, φτάνουν μόνοι στο Λονδίνο για να πουλήσουν ένα πολύτιμο κειμήλιο. Στο δύσκολο ταξίδι της επιστροφής, η Αλίκη βρίσκει προσωρινό καταφύγιο σε μια λαγουδότρυπα γεμάτη εκπλήξεις και ο Πίτερ εισβάλλει σε ένα μαγικό βασίλειο, όπου γίνεται ο αρχηγός των χαμένων αγοριών.

Επαναπροβολές:

Καζαμπλάνκα (Casablanca)

Σκηνοθεσία: Μάικλ Κέρτιζ

Παίζουν: Χαμφρεϊ Μπόγκαρντ, Ινγκριντ Μπέργκμαν, Κλοντ Ρέινς, Πίτερ Λόρι, Πολ Χένραϊντ

Περίληψη: Στην Καζαμπλάνκα του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, ένας Αμερικανός συναντά την παλιά του αγαπημένη, η οποία χρειάζεται τη βοήθειά του για να διαφύγει από τη χώρα.

Ένα από το πιο δυνατά κινηματογραφικά ρομάντζα όλων των εποχών, που γυρίστηκε πριν από ογδόντα χρόνια, αλλά διατηρεί μέχρι σήμερα τη γοητεία του.

Στη δίνη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, η εξωτική Καζαμπλάνκα στο Μαρόκο αποτελεί σταυροδρόμι όλων των λαών, που ψάχνουν μια διέξοδο από τα δεινά της Ευρώπης και ένα εισιτήριο προς την ελεύθερη Αμερική. Εδώ βρίσκουν καταφύγιο πολιτικοί πρόσφυγες, τυχοδιώκτες, απατεώνες, καταζητούμενοι, καιροσκόποι, αντιστασιακοί, ένα σωρό διαφορετικοί άνθρωποι, που όλοι τους αναζητούν μια ελπίδα για επιβίωση. Εδώ βρίσκεται και ο Ρικ, ο Αμερικανός ιδιοκτήτης ενός κλαμπ. Κυνικός, απόμακρος και σκληρός, ο γοητευτικός άνδρας κατά βάθος κρύβει μια ηρωική καρδιά. Μια μέρα εμφανίζεται στο κλαμπ του η πρώην αγαπημένη του, Ίλσα, με τηνοποία έζησε έναν μεγάλο έρωτα στο Παρίσι, λίγο πριν ξεσπάσει ο πόλεμος. Η Ίλσα τότε τον είχε εγκαταλείψει ανεξήγητα. Η ξαφνική της επανεμφάνιση τον αναστατώνει, καθώς ο έρωτας ανάμεσά τους ξαναφουντώνει, παρόλοπου εκείνη πια είναι παντρεμένη.

Η ταινία βασίζεται στο θεατρικό έργο των Μάρεϊ Μπάρνετ και Τζόαν Άλισον « Everybody Comes to Rick’s», τα δικαιώματα του οποίου εξασφάλισε αντί 20.000 δολαρίων ο μεγαλοπαραγωγός του Χόλιγουντ, Χαλ Γουόλις, ποσό τεράστιο για ένα άπαιχτο θεατρικό έργο εκείνη την εποχή. Οι σεναριογράφοι της ταινίας αδελφοί Επστάιν και Χάουαρντ Κοτς μετέφεραν τη δράση του έργου από τη Βιέννη στην κοσμοπολίτικη Καζαμπλάνκα, που έδωσε και το όνομά της στην ταινία. Τα γυρίσματα ξεκίνησαν στις 25 Μαΐου 1942 και ολοκληρώθηκαν στις 3 Αυγούστου του ίδιου χρόνου. Έγιναν σε στούντιο, εκτός των σκηνών στο αεροδρόμιο που γυρίστηκαν σε φυσικό χώρο. Η ταινία κόστισε 1.039.000 δολάρια και ήταν μια μέση παραγωγή για τα μέτρα της εποχής, οπότε κανείς δεν περίμενε την τεράστια επιτυχία της.

Ο Κέρτιζ, επενδύοντας στη νουάρ ατμόσφαιρα, στην εξαίσια μουσική του Μαξ Στάινερ και στο ανυπέρβλητο στυλ του Μπόγκαρτ και της Μπέργκμαν, έχτισε ένα δυνατό μελόδραμα με κωμικές νότες και υποδόριες πολίτικές νύξεις, απέσπασε οχτώ υποψηφιότητες στα Όσκαρ -κέρδισε σε τρεις κατηγορίες ((διασκευασμένου σεναρίου, σκηνοθεσίας και καλύτερης ταινίας) – κι έφτιαξε ένα διαχρονικό φιλμ με ατάκες που έμειναν στην Ιστορία, που όσες φορές κι αν το δει κανείς, θέλει πάντα ακόμα μία. Οπότε, «Play it again, Sam»…

Το Παιχνίδι των Λυγμών (The Crying Game)

Σκηνοθεσία: Νιλ Τζόρνταν

Παίζουν: Στίβεν Ρία, Μιράντα Ρίτσαρντσον, Τζέι Ντέιβιντσον, Φόρεστ Γουίτακερ

Περίληψη: Ένας εκτελεστής του ΙΡΑ βρίσκει τη λύτρωση και την αγάπη στο πρόσωπο της ερωμένης ενός θύματός του.

Το αριστούργημα του Νιλ Τζόρνταν, βραβευμένο με Όσκαρ Σεναρίου, κυκλοφορεί σε επανέκδοση με νέες ψηφιακές κόπιες.

Ένας Βρετανός στρατιώτης πέφτει θύμα απαγωγής από μια ομάδα τρομοκρατών του IRA. Στη διάρκεια της ομηρείας του κι ενώ η εκτέλεση του είναι δεδομένη, αναπτύσσει μια ιδιόρρυθμη φιλία με τον μελλοντικό εκτελεστή του, τον Φέργκους. Μετά από την τραγική κατάληξη της ομηρείας, ο δεύτερος αλλάζει ταυτότητα και αναζητά την ερωμένη του νεκρού πλέον στρατιώτη. Ενώ ένα ιδιαίτερο ειδύλλιο αναπτύσσεται μεταξύ τους, ο Φέργκους θα έρθει αντιμέτωπος με απροσδόκητες αποκαλύψεις, αλλά και με το ίδιο του το παρελθόν.

Γυρισμένη με ελάχιστα χρήματα και μετά από ένα μεγάλο σερί αποτυχιών του Τζόρνταν στο Χόλιγουντ, η ταινία αποτέλεσε ένα από τα πιο θριαμβευτικά comeback δημιουργού της πρόσφατης κινηματογραφικής ιστορίας. Συνδυάζοντας το πολιτικό θρίλερ και το ερωτικό δράμα, ο Ιρλανδός δημιουργός έφταιξε μια κινηματογραφική εμπειρία, που εξερεύνα την ανθρώπινη ηθική και τα παράδοξα παιχνίδια της μοίρας.

Σημειώστε πως ο Νιλ ζόρνταν «έκλεψε» τον τίτλο της ταινίας από μια αγγλική επιτυχία των 60s μετά από φιλική συμβουλή του φίλου του, Στάνλεϊ Κιούμπρικ, που πίστευε πως ο αρχικός τίτλος («Η γυναίκα του στρατιώτη») δεν θα λειτουργούσε στο κοινό και φαίνεται πως έκανε πολύ καλά, αφού η ταινία του σφράγισε τη δεκαετία ’90, επηρεάζοντας όχι μόνο τον κινηματογράφο, αλλά την ποπ κουλτούρα.

Λαγωνικό 24 Καρατίων (A Shot in the Dark)

Σκηνοθεσία: Μπλέικ Έντουαρντς

Παίζουν: Πίτερ Σέλερς, Ελκε Σόμερ, Τζορτζ Σάντερς, Χέρμπερτ Λομ

Περίληψη: Η επίλυση του μυστηρίου της δολοφονίας ενός σοφέρ σε εξοχική έπαυλη εκατομμυριούχου, δυστυχώς, θα πέσει στα χέρια του καταστροφικά ανίκανου επιθεωρητή Κλουζό.

To δεύτερο φιλμ του Μπλέικ Έντουαρντς με ήρωα τον Επιθεωρητή Κλουζό έρχεται και πάλι στα θερινά.

O επιθεωρητής Κλουζό καλείται να ερευνήσει μια σειρά δολοφονίων στην εξοχική κατοικία ενός εκατομμυριούχου. Όλα τα στοιχεία δείχνουν ως ένοχη την όμορφη νεαρή υπηρέτρια Μαρία, όμως ο Κλουζό είναι γοητευμένος από την παρουσία της και πεπεισμένος για την αθωότητά της. Η σιγουριά του είναι τέτοια που προσπερνά αδιάφορα καθετί που αποδεικνύει το αντίθετο, φέρνοντας τον προϊστάμενό του αρχιεπιθεωρητή Ντρέιφους στα όρια της τρέλας. Όμως, οι προφανείς αποδείξεις δεν είναι τελικά αυτές που θα αποκαλύψουν τον πραγματικό ένοχο.

Το δεύτερο μέρος της κλασικής σειράς κωμωδιών του «Ροζ Πάνθηρα» βρίσκει τον Πίτερ Σέλερς να επαναλαμβάνει τον πιο θρυλικό ρόλο της καριέρας του, με τον ηθοποιό να εξελίσσει εδώ την… κάκιστη «γαλλική» προφορά – σήμα κατατεθέν του. Βασισμένη στο θεατρικό «L’ idiote» του Marcel Achard», αυτή η ταινία, αν και αποτέλεσε μεγάλη επιτυχία, δημιούργησε τριγμούς στη συνεργασία του Έντουαρντς και του Σέλερς, που ορκίστηκαν ότι δεν θα δούλευαν ποτέ ξανά μαζί.

Βέβαια μετά από τέσσερα χρόνια θα πατούσαν τον όρκο τους, όμως τότε σύμφωνα με τον σκηνοθέτη ο εκκεντρικός ηθοποιός εξαφανίστηκε για μία εβδομάδα κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων, απλώς επειδή ήθελε να πάει διακοπές. Παρ’ όλα αυτά, σε εκείνο το ταξίδι φαίνεται πως ο Σέλερς γνώρισε έναν Γάλλο ξενοδόχο, που τον ενέπνευσε για την αμίμητη προφορά του.