Η φονική πλημμύρα του 1896 στον Ιλισσό. «Μας τιμώρησε για την ασέβειά μας», λένε οι κάτοικοι.
Δημοσιογραφική έρευνα, Χριστίνα Φίλιππα
Το 1896 ήταν μία ιδιαίτερη χρονιά για την Ελλάδα. Ξεκίνησε με την αναβίωση των Ολυμπιακών Αγώνων, αλλά κατέληξε, πριν εκπνεύσει ο χρόνος, σε θρήνο όταν μία φονική πλημμύρα του Ιλισσού και του Κηφισού, σκόρπισε θάνατο. Σαράντα ένας άνθρωποι πνίγηκαν!
Ήταν ανήμερα του Αγίου Φιλίππου, 14 Νοεμβρίου 1896 και από το πρωί άρχισε η βροχή. Γύρω στις 2:30 το μεσημέρι, ο καιρός επιδεινώθηκε, ο ουρανός σκοτείνιασε και θύελλα με καταρρακτώδη βροχή ξέσπασε στην Αττική. Χαλάζι και βροχή εναλλάσσονταν, αλλά και τα δύο χτυπούσαν ανελέητα με μανία. Ο συχνά άνυδρος Ιλισσός ανταριάζει, βρυχάται σαν θεριό και ξεχειλίζει. Το νερό με ορμή και ταχύτητα ξεχύνεται στους δρόμους και παίρνει παραμάζωμα ό,τι βρει μπροστά του. Η περιοχή του Βατραχονησίου, που τα σπίτια είναι κτισμένα στις κοίτες του ποταμού Ιλισσού, μοιάζει με βομβαρδισμένο τοπίο. Το Ζάππειο, η Ηρώδου του Αττικού αλλά και η γύρω περιοχή μετατράπηκαν σε μία απέραντη φουρτουνιασμένη λιμνοθάλασσα. Στο μέρος που ήταν η σιδερένια γέφυρα δεν σώθηκε τίποτα. Άνθρωποι και αντικείμενα παρασύρονται από την ορμή του νερού. Φωνές, κραυγές, κλάματα ακούγονται παντού. Άλλοι ουρλιάζουν καθώς έχουν εγκλωβιστεί στα σπίτια τους, άλλοι γιατί έχουν ήδη παρασυρθεί και όλοι ζητούν βοήθεια. Ζωντανοί και νεκροί στροβιλίζονται στις δίνες του νερού σε ένα ιδιότυπο, αλλόκοτο και μακάβριο «χορό». Ακόμα και σπίτια, κακοκτισμένες καμαρούλες μια σταλιά, εκθεμελιώνονται και παρασύρουν μαζί και άμοιρες ψυχές όπως μία λεχώνα με τα τέσσερα παιδιά της. Πλούσιοι και πένητες, την ίδια στιγμή, στο ίδιο τοπίο και στον ίδιο τόπο, κρατώντας σφιχτά το χέρι ο ένας του άλλου, επικαλούνται την θεά τύχη να δείξει την εύνοιά της. Όσο πλησιάζει το σούρουπο και έρχεται η νύχτα, τα πράγματα γίνονται πιο τραγικά και πιο επικίνδυνα. Οι φανοί δεν ανάβουν. Οι τρεις γέφυρες στο Στάδιο έχουν πλέον πάθει καταστροφές και χωρίς φως κανείς δεν γνωρίζει πού να πατήσει και από πού να περάσει. Κάποιες αστραπές μόνο «προσφέρουν» το φως τους, για όσο δευτερόλεπτα διαρκούν. Η κατάσταση δύσκολη και στου Ψυρρή, Νεάπολη και Βάθεια. Τα ίδια με τον Κηφισό και τραγωδία βιώνει και ο Πειραιάς. Την άλλη μέρα το θέαμα είναι αποτρόπαιο και ανατριχιαστικό.
Το Αστεροσκοπείο Αθηνών έδωσε τα εξής στοιχεία :
Η βροχή ήρχισε στις 8 π.μ και εξακολούθησε μέχρι τις 8 ½ μ.μ. μετά καταιγίδος περί την μεσημβρίαν. Επανήρχισε δε μετά μεγίστης εντάσεως από τις 2 ¾ μετά καταιγίδος διαρκέσασα περί την 1 ½,. Τέλος εις τα 4 ¾ βροχή μετά καιταιγίδος και θύελλας (μεγίστη ταχύτητα ανέμου 29m το δευτερόλεπτον) διαρκέσασα ¾ της ώρας.
Το όλον της χθεσινής πεσούσης βροχής έν Αθήναις επί 9 ώρας ανέρχεται σε ύψος 118 χ.τ.μ ύδατος. Τα μέγιστα ημερήσια ύψη πεσούσης βροχής από το 1860 και εντεύθεν ήταν κατά τις 15 Νοεμβρίου 1864 ανελθών σε 90κ χ.τ.μ.
Η εφημερίδα Ακρόπολις 17 Νοεμβρίου 1896, γράφει:
«Εφέτος ήλθε η σειρά του Ιλισσού.
(…) Ολόκληρον τμήμα μηχανικών και υπομηχανικών και παραμηχανικών υπάρχει εις το υπουργείον των Εσωτερικών εντεταλμένων την επίβλεψιν επί της εφαρμογής του σχεδίου της πόλεως.
Και κανείς δεν εσκέφθη να είπη εις τον υπουργόν ότι σφάλμα μέγιστον να κτίζονται οικίαι εντός αυτής της κοίτης του ποταμού, ήτις άλλως τε είναι κτήμα δημόσιον. Και κανείς υπουργός δεν επήγε ποτέ να ρίξει μία ματιά εις την ξηράν εκείνην κοίτην, ήτις κατεπατήθει υπό αφιόντων και πλεονεκτών ιδιοκτητών, ων τα θύματα ήδη κείνται τυμπανιαία γυμνά και άταφα εις το κοιμητήριον του νεκροταφείου.
Και προς επίμετρον της απερισκεψίας των αρμοδίων, οίτινες υπήρξαν και ένοχοι πρωτοφανούς αδρανείας κατά την καταστρφοήν εγκατελείφθη η παλαιά κοίτη του ποταμού και κατασκευάσθησαν τα αηδή εκείνα παρά τον Παράδεισον κρηπιδώματα, τα οποία εκτοπισθέντα κείνται ήδη δείγματα του τρόπου καθ ον κατασκευάζονται τα δημόσια έργα εν Ελλάδι.
Και ταύτα ενώ υπήρχαν παλαιοί Αθηναίοι βεβαιούντες ότι η φυσική κοίτη του ποταμού διέσχιζε το άντρο των Νυμφών και εχώρει κατ ευθείαν προς τα κάτω, κοίτην την οποίαν επανεύρε χθες ο φυσικός ρους του ποταμού.
Ηδη μετά την καταστροφήν και την απώλειαν τόσων ανθρώπινων υπάρξεων εξύπνησαν οι αρμόδιοι και αγγέλλεται ότι θα ληφθώσι μέτρα περί της κοίτης του ποταμού. Δόξα τω Θεώ! (..)
Δύο μήνες μετά…η κυβέρνηση ψάχνει λύσεις
Τον Ιανουάριο του 1897 η κυβέρνηση υπόσχεται να λάβει μέτρα ώστε να αποφευχθούν στο μέλος τέτοιες καταστροφές και η «Εταιρία Εργοληψιών» καταθέτει προτάσεις για έργα που υπόσχεται ότι θα εκτελέσει ιδίαις δαπάναις. Τα έργα αυτά συνίστανται στην ίδρυση δεξαμενών πέριξ των χειμάρρων και των υπορειών (πρόποδες) των ορέων που περικλείουν το λεκανοπέδιο. Με την εκτέλεση των έργων αυτών συνδέεται και το έργο ύδρευσης της πόλης, διότι θα κατορθωθεί, όπως λέει η Εταιρία, να αυξηθεί πολύ το νερό του αδριανείου Υδραγωγείου. Το Υπουργείο Εσωτερικών διόρισε ήδη επιτροπή εκ των επιθεωρητών κ. Σούλη, Ζαφειρίου και Μαίρα και εκ των νομομηχανικών κ. Ομήρου και Αργυρόπουλο να εξετάσουν τις προτάσεις αυτές και να υποβάλου το πόρισμά τους στο Υπουργείο.
23 Μαΐου 1898 . Στο Βατραχονήσι οι μνήμες είναι ακόμα ζωντανές.
Η περιοχή του Βατραχονησίου αναστατώνεται από κόσμο που εξαγριωμένος φωνάζει. Τί έχει συμβεί;
Οι κάτοικοι γύρω από την γέφυρα του Ιλισσού έχουν εξαγριωθεί εναντίον του δικηγόρου κ. Κολοκοτρώνη ο οποίος θέλει να σηκώσει τον εξωτερικό τοίχο του σπιτιού του που είχε γκρεμιστεί από την τραγική πλημμύρα του Ιλισσού το1896. Οι κάτοικοι ισχυριζόντουσαν ότι ο τοίχος αυτός βρισκόταν στην κοίτη και παρεμπόδιζε τη ροή του νερού.
Αναφέρθηκαν λοιπόν στο Αστυνομικό τμήμα της περιοχής και ζήτησαν από τον αστυνόμο κ. Θεοδώρου να διακόψει τις εργασίες. Ο αστυνόμος έστειλε αμέσως μηχανικό να ελέγξει την υπόθεση. Ο ιδιοκτήτης επέδειξε στον μηχανικό την υπογεγραμμένη από νομομηχανικό άδεια για ανέγερση, οπότε και οι αστυνομικοί είπαν ότι δεν μπορούν να σταματήσουν το έργο.
Οι γυναίκες στήνονται ως φυσική ασπίδα αντίστασης !
Την επόμενη μέρα όταν οι εργάτες πήγαν να πιάσουν δουλειά, οι κάτοικοι ανέλαβαν δράση. Οι γυναίκες στήθηκαν μπροστά ως ασπίδα και οι υπόλοιποι πάροικοι εφοδιασμένοι με πέτρες και ξύλα επιτεθήκανε κατά των εργατών οι οποίοι αναγκάστηκαν να σταματήσουν και να φύγουν.
Ο ιδιοκτήτης κατέφυγε τότε στην αστυνομία ζητώντας βοήθεια και δηλώνοντας την ανάγκη να σώσει τον κήπο του. Η Αστυνομία έστειλε μεγάλες δυνάμεις στο σημείο για να προστατεύσει τους εργάτες από ενδεχόμενη νέα επίθεση των παροίκων, οι οποίοι όμως απτόητοι απειλούσαν ότι επ ουδενί δεν θα επιτρέψουν την ανέγερση του τοίχου.
Τα πράγματα έχουν ώς εξής όπως τα καταγράφει η εφημερίδα Ακρόπολις:
«Μετά την μεγάλη πλημμύρα του 1896, κατά την οποία ο Ιλισσός μαινόμενος επί τη καταπατήσει των οχθών του μικρόν κατά μικρόν υπό των παροχθίων, διεκδίκησε τα δικαιώματά του και πλείστες όσες οικίες που βρίσκονταν στη όχθη μετεβλήθηκαν σε όχθη ποταμού μέχρι και το κάτω μέρος του κτήματος του κυρίου Κολοκοτρώνη, για τον οποίο γεννήθηκε το ζήτημα.
Το Δημόσιο αποφάσισε να μην επιτρέψει πλέον εις τους παρόχθιους τούτους ιδιοκτήτες να αναγείρουν τις οικοδομές τους και τα περιβόλια τους πάνω στα παλιά θεμέλια και έθεσε σε εφαρμογή το σχέδιο της πόλεως, σύμφωνα με το οποίο, εκατέρωθεν των οχθών του ποταμού θα κατασκευαστούν δύο δρόμοι . Ο μεν της δεξιάς όχθης θα είναι η επέκταση της λεωφόρου Ολγας και η αριστερή θα αρχίζει από την γέφυρα του Σταδίου.
Συνεπεία αυτής της απόφασης καμία άδεια δεν χορηγήθηκε, και δικαίως, εις τους παροχθίους που ήθελαν να αναγείρουν τους μαντρότοιχους τους επί των παλιών θεμελίων, αλλά τους υποχρέωνε να συμμορφωθούν με το νέο σχέδιο. Ετσι από εκείνη την εποχή όλοι όσοι ανήγειραν τα καταστραφέντα μέρη, έκτισαν επί της νέας γραμμής αφήσαντες έκταση εξ ή επτά μέτρων για τον νέο δρόμο.
Εξαίρεση αποτέλεσε ο κ. Κολοκοτρώνης ο οποίος αφού κατάφερε να πάρει άδεια που του επέτρεπε την κατασκευή του μαντρότοιχου του, άρχισε την επιχωμάτωση της κοίτης του ποταμού, προς ανέγερση του καταστραμμένου μαντρότοιχού του, κατά τρόπο που όχι μόνο διέκοπτε τον δια του νέου σχεδίου δρόμο, αλλά εμπόδιζε και την κατασκευή της μελετώμενης νέας γέφυρας.
Αλλά και εκτός τούτων, θα γινόταν αφορμή σε περίπτωση νέας πλημμύρας, της καταστροφής όλων των επί της αριστερής όχθης σπιτιών, επάνω στα οποία θα πέφτουν τα ρεύματα διότι θα λοξοδρομούν αφού θα προσκρούουν στον τοίχο του κ. Κολοκοτρώνη που θα βρίσκεται στην μέση της κοίτης.
Ετσι έχουν τα πράγματα, καταλήγει η εφημερίδα, όπως τα εξηγούν οι κάτοικοι του Βατραχονησίου, που έχουν έξεγερθεί εναντίον του κ. Κολοκοτρώνη».
Είναι εξαιρετικά ενδιαφέρον το ότι δημοσιογράφοι και πολίτες είχαν αντιληφθεί από τότε, τον 19ο αιώνα, την σημασία της ελεύθερης κοίτης στα ποτάμια για την απρόσκοπτη ροή του νερού και τις καταστροφικές συνέπειες που προκαλούν οι ανθρώπινες παρεμβάσεις, όταν από πλεονεξία και απερισκεψία, διαταράσσουν την ισορροπία των στοιχείων της φύσης.
Κι όμως τόσα χρόνια μετά είμαστε στο ίδιο έργο θεατές και κάθε φορά συζητάμε για τα ποτάμια στον αστικό ιστό όταν έρχονται στην επικαιρότητα, πολλές φορές με τον πιο αποτρόπαιο τρόπο.
Ενδεικτικές πηγές:
Εφημερίδες: Ακρόπολις, Εμπρός, Εφημερίς