Το «διδακτορικό δίπλωμα» και «διάσημες» λογοκλοπές στο Πανεπιστήμιο Αθηνών τον 19ο αιώνα.
‘Ερευνα -κείμενο: Χριστίνα Φίλιππα
Η λογοκλοπή έχει κι αυτή το (αμαρτωλό) παρελθόν της στην Ελλάδα.
Αλλά ας πάρουμε τα πράγματα με την σειρά.
Το πρώτο πανεπιστήμιο της χώρας ιδρύθηκε το 1837 επί Οθωνικής Βασιλείας (Βαυαρικής Αντιβασιλείας) και ονομάστηκε «Οθώνειο» προς τιμή του ιδρυτή του. Ήταν το πρώτο και μοναδικό πανεπιστήμιο στον βαλκανικό χώρο, της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας περιλαμβανομένης. Το 1862 μετονομάστηκε σε «Εθνικό» και μετά το 1911 «Εθνικό και Καποδιστριακό».
Το Διδακτορικό δίπλωμα και η σημασία του τίτλου.
Μέχρι το 1911, που έγινε η μεταρρύθμιση του πανεπιστημίου, το διδακτορικό δίπλωμα ήταν το σημερινό «πτυχίο».
Οι φοιτητές μετά το πέρας των σπουδών τους μπορούσαν να επιλέξουν ανάμεσα σε δύο ειδών πτυχιακές εξετάσεις. Διδακτορικές και απολυτήριες. Και οι δύο προέβλεπαν προφορικές και γραπτές εξετάσεις από εξεταστικές επιτροπές όπου συμμετείχαν όλοι οι καθηγητές της σχολής, οι οποίοι βαθμολογούσαν τους υποψηφίους στο σύνολό των μαθημάτων.
Για την απόκτηση του τίτλου του «διδάκτορα» ο τελειόφοιτος ήταν υποχρεωμένος να καταθέσει εργασία η οποία ονομαζόταν «διδακτορική διατριβή» χωρίς, βέβαια, να περιέχει τα αποτελέσματα πρωτότυπης έρευνας, όπως απαιτήθηκε με τον Κανονισμό του 1911, και ισχύει μέχρι σήμερα. Το θέμα έπρεπε να είναι συναφές προς την επιστήμη του, γραμμένη στην Αρχαία Ελληνική, στην πράξη στην καθαρεύουσα.
Ο φοιτητής διάβαζε την διατριβή ενώπιον του σώματος των καθηγητών και του πρύτανη και κατόπιν δεχόταν ερωτήσεις από τους παρισταμένους. Στην συνέχεια αναγορευόταν «διδάκτωρ» από τον κοσμήτορα της σχολής.
Οι περισσότερες διδακτορικές διατριβές ήταν ολιγοσέλιδες, συρραφή συνήθως, από βιβλία ή από πανεπιστημιακές παραδόσεις. (Λάππας 2004, 222-224)
Η διάκριση πτυχίου (που ονομάζεται έτσι για πρώτη φορά) και διδακτορικού διπλώματος έγινε με το ΦΕΚ 253 στις 24 Αυγούστου 1912 και έκτοτε ο τίτλος απονέμονταν μετά από πρωτότυπη επιστημονική εργασία.[1]
Υπόθεση Αντωνίου Οικονόμου (1850-1902) καθηγητή Ιστορίας της Ελληνικής Τέχνης και Επιγραφικής.
Το Φεβρουάριο του 1895 οι φοιτητές της φιλοσοφικής σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών στασίασαν όταν ο τότε υπουργός Παιδείας Άγγελος Βλάχος με Βασιλικό Διάταγμα κατόρθωσε να απολυθεί ο καθηγητής της «Ιστορίας της Ελληνικής Τέχνης και Επιγραφικής» Αντώνιος Οικονόμου από τη θέση του, κατηγορούμενος για «λογοκλοπή».
Η λογοκλοπή αφορούσε μελέτη ξένου συναδέλφου του γραμμένη το 1817, την οποία απλώς μετέφρασε και την κατέθεσε ως διδακτορική διατριβή πρωτότυπου έργου του όταν διορίστηκε στο πανεπιστήμιο. Οι φοιτητές όμως είχαν μεγάλη εκτίμηση στον καθηγητή τους και δεν αποδέχτηκαν αυτή την απόλυση, με αποτέλεσμα το θέμα να πάρει διαστάσεις και να γίνουν μεγάλες κινητοποιήσεις στο πανεπιστήμιο για περίπου ένα μήνα. Γενικές συνελεύσεις, πορείες, αποκλεισμοί της σχολής και απεργία από τα μαθήματα.
Μια γυναίκα πρωτοστατεί στις κινητοποιήσεις!
Στα επεισόδια εκείνα πρωτοστάτησε και μία γυναίκα φοιτήτρια, η Θηρεσία Ροκά, η πρώτη φοιτήτρια της Φιλολογίας που πήρε «διδακτορικό» το 1898.
Η Ροκά, ήταν η μοναδική φοιτήτρια η οποία όχι μόνο παρευρέθηκε στις κινητοποιήσεις αυτές, αλλά πρωτοστάτησε στις διαμαρτυρίες μαζί με τους άντρες συναδέλφους της. Η ίδια ηγήθηκε στις διαδηλώσεις τριακοσίων περίπου φοιτητών οι οποίοι την εξέλεξαν στην οκταμελή επιτροπή οι οποία αποτελείτο από 3 φοιτητές της Φιλοσοφικής και οι υπόλοιποι από άλλες σχολές. Η επιτροπή αυτή επισκέφτηκε τον υπουργό Παιδείας, τον πρόεδρο της κυβερνήσεως, τον καθηγητή Μιστριώτη και ζήτησε δύο φορές ακρόαση από τον βασιλιά στον οποίο παρέδωσε υπόμνημα.
Οι φοιτητές έκαναν πορεία και προς την κατοικία του καθηγητή Οικονόμου για να του δηλώσουν την συμπαράσταση τους και του ζήτησαν, μάλιστα, να συνεχίσει να τους διδάσκει, έστω εξωπανεπιστημιακά. Ο Οικονόμου δήλωσε συγκινημένος και τους υποσχέθηκε ότι θα μπορούσαν κάθε Σάββατο να το πραγματοποιήσουν. Η Ροκά εξ αιτίας της τόλμης της ήρθε τότε σε μεγάλη αντιπαράθεση με την Καλλιρόη Παρρέν.
Βλέπε:
https://artpointview.gr/2021/03/07/thiresia-roka-proti-ellinida-foititria-stasiazousa-1895/
Δεν αποκλείεται οι μεγάλες αντιζηλίες και διαγκωνισμοί στους πανεπιστημιακούς κύκλους να έπαιξαν τον ρόλο τους γιατί και η «υπόθεση Οικονόμου» έχει το παρελθόν της. Ο Οικονόμου το 1887 είχε έρθει σε αντιπαράθεση με καθηγητές και κυρίως με τον Δημήτριο Σεμιτέλο, εκδίδοντας μάλιστα και πραγματεία με τίτλο «Ο εξ επαγγέλματος λογοκλόπος Δημήτριος Σεμιτέλος, Η Αντιγόνη του Σεμιτέλου».
Μετά τα γεγονότα της αποπομπής του από το πανεπιστήμιο το 1895, θα επανέλθει δριμύτατος και θα καταθέσει στον Εισαγγελέα την «Απάντηση προς τον λίβελο του Υπουργού Βλάχου» την οποία θα εκδώσει μαζί με μία νέα εργασία όπου προσπαθεί να αποδομήσει το έργο των Ιωάννη Πανταζίδη, Μηνά Λάππα (γεν. γραμματέα του Υπουργείου Παιδείας), Νικόλαο Πολίτη και Σπύρο Λάμπρου με επιστημονικές αντιπαραθέσεις αλλά και απαξιωτικότατους χαρακτηρισμούς. Τον Λάππα μάλιστα θα τον αποκαλέσει «το κακοπινέστερον όργανον των ειδότων».
Υπόθεση Δημητρίου Μενάγια.
Λίγα χρόνια νωρίτερα ο Έλληνας Δημήτριος Μενάγιας έκανε την διατριβή του στο πανεπιστήμιο του Γκαίτινγκεν (Goethingen) της Γερμανίας με θέμα τα «Ελληνικά» του Ξενοφώντος, για να αναγορευθεί διδάκτορας της Φιλολογίας από την Σχολή. Να σημειώσουμε ότι στο πανεπιστήμιο γινόντουσαν δεκτές πραγματείες και στην ελληνική γλώσσα.
Οι καθηγητές του πανεπιστημίου του Γκαίτινγκεν, μετά βαϊων και κλάδων, θα λέγαμε, του απένειμαν τον τίτλο του διδάκτορος.
Τα πράγματα θα είχαν παραμείνει έτσι, αν η πλεονεξία του Μενάγια δεν τον κυρίευε.
Γλυκαμένος από την εύκολη επιτυχία, το 1880 μετέβη στο πανεπιστήμιο του Ντόρπατ της Ρωσίας[2] και παρέδωσε την ίδια διατριβή ζητώντας να διορισθεί καθηγητής της Ελληνικής.
Για κακή του τύχη και για να πληρωθεί το ρηθέν από το λαό «μία του κλέφτη, δυό του κλέφτη..», στο πανεπιστήμιο αυτό ευρίσκετο ένας καθηγητής που είχε ασχοληθεί ιδιαιτέρως με το έργο του Ξενοφώντος.
Ο καθηγητής αυτός αποκάλυψε, ότι το έργο που προσκόμισε ο Μενάγιας ήταν ακριβής αντιγραφή του έργου που είχε εκδώσει το 1859 ο αείμνηστος καθηγητής Αριστείδης Κυπριανού και μόνο το εξώφυλλο διέφερε για τον απλό λόγο ότι ο Μενάγιας έπρεπε να βάλει το δικό του όνομα.
Από το πανεπιστήμιο αμέσως ζητήθηκε να προσκομίσει το δίπλωμά του και ο Μενάγιας, όλο καμάρι, κατέθεσε το διδακτορικό δίπλωμα από το Γκαίτινγκεν.
Αμέσως έγινε καταγγελία στο πανεπιστήμιο του Γκαίτινγκεν, το οποίο αυθωρεί και παραχρήμα τον διέγραψε από το μητρώο των διδακτόρων. Συγχρόνως ανακοίνωσε σε όλα τα πανεπιστήμια την απόφαση αυτή η οποία παρέμεινε τοιχοκολλημένη στους μαυροπίνακες των διαφόρων πανεπιστημίων, επί χρόνια.
Ο Τύπος τότε διακωμώδησε την υπόθεση.
Αυτές είναι δύο από τις υποθέσεις λογοκλοπής λίγο πριν την εκπνοή του 19ου αιώνα. Υπήρξαν και άλλες .Θα επανέλθουμε.
Ενδεικτική βιβλιογραφία:
Εφημερίδες: Ακρόπολις, Αστυ, Εστία, Καιροί, Εφημερίς, Νέα Εφημερίς, Πρωϊα, Σκριπ.
[1][1] Γαβρόγλου Κ, Καραμανωλάκης Βαγ. Μπάρκουλα Χ., «Το πανεπιστήμιο Αθηνών και η ιστορία του 1837-1937», Ιστορικό Αρχείο Πανεπιστημίου Αθηνών, σ. 54-55. Και στο Καραστεργίου Σιδηρούλα «Γυναίκες και Ανωτάτη Εκπαίδευση στην Ελλάδα, οι πρώτες φοιτήτριες στο πανεπιστήμιο Αθηνών 1890-1920, Θεσσαλονίκη 1988
[2] Σημερινό Τάρτου και ανήκει στην Εαθονία σήμερα.. Εκεί βρίσκεται Παλαιό πανεπιστήμιο που ιδρύθηκε το 1632.