Ένα διαχρονικό Casus Belli. Οι ΗΠΑ, η Ρωσία, η Ουκρανία και τα πυρηνικά οπλοστάσια

Ανάλυση στο KReport

Τι κοινό έχουν η  σημερινή ένταση στις σχέσεις της Δύσης με την Ρωσία για την Ουκρανία με την Κρίση της Κούβας τον Οκτώβριο του 1962, και την σκληρή αντιπαράθεση των ΗΠΑ με την ΕΣΣΔ στις αρχές της δεκαετίας του ‘80 για την εγκατάσταση στην Δυτική Ευρώπη πυραύλων Πέρσιγκ και Κρουζ;

Η απάντηση είναι ότι πρόκειται για τον διαχρονικό φόβο της Μόσχας ότι οι ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ προσπαθούν με εργαλείο πυραύλους μέσου βεληνεκούς να παρακάμψουν την ισορροπία του τρόμου ανάμεσα στα δύο στρατηγικά πυρηνικά οπλοστάσια.

Με άλλα λόγια να αποκτήσουν οι πύραυλοι μέσου βεληνεκούς των ΗΠΑ την δυνατότητα αιφνιδιαστικού πρώτου πλήγματος, μια εξέλιξη που δεν σημαίνει απαραίτητα ότι υπάρχει πρόθεση επίθεσης αλλά προσπάθεια υπονόμευσης της ισοτιμίας των δύο πυρηνικών υπερδυνάμεων σε βάρος της Ρωσίας.

Αν η Ουκρανία εντός η έστω με ειδική σχέση συνεργασίας με το ΝΑΤΟ φιλοξενήσει αμερικανικούς πυραύλους μέσου βεληνεκούς, η Ρωσία θα βρεθεί σε παρόμοια θέση με αυτήν που βρέθηκε η ΕΣΣΔ το 1962 και στην αρχή της δεκαετίας του ‘80.

Όταν το ΝΑΤΟ στα τέλη της δεκαετίας του ‘50 άλλαξε πυρηνική στρατηγική αντικαθιστώντας τα Μαζικά Αντίποινα με την Ευέλικτη Απάντηση, αναζήτησε την εγκατάσταση στο έδαφος των χωρών του ΝΑΤΟ πυραύλων μέσου βεληνεκούς.

Η εγκατάσταση πυραύλων μέσου βεληνεκούς στην Τουρκία σήμανε συναγερμό στο Κρεμλίνο και πυροδότησε την απόφαση εγκατάστασης παρόμοιου σοβιετικού οπλικού συστήματος στην Κούβα. Παρόμοιο αν όχι ταυτόσημο σκηνικό, μετά την απόφαση του ΝΑΤΟ το 1979 να εγκαταστήσει πυραύλους Πέρσιγκ και Κρουζ στην Δυτική Ευρώπη.

Με άλλα λόγια, είναι σαφές ότι η Μόσχα επιμένει να θεωρεί διαχρονικά και πριν και μετά την διάλυση της ΕΣΣΔ casus belli την περικύκλωση της από αμερικανικά πυραυλικά συστήματα μέσου βεληνεκούς.

Μια περικύκλωση που υπονομεύει την ισορροπία του τρόμου  η επίσημη ονομασία της οποίας είναι Αμοιβαία Εξασφαλισμένη Καταστροφή ( Mutual Assured Destruction γνωστή και με το ακρώνυμο ΜΑD) αλλά και η οποία ταυτόχρονα απειλεί το μόνον εναπομείναν μετά την διάλυση της ΕΣΣΔ πριν από τριάντα χρόνια το μοναδικό πεδίο ισοτιμίας μεταξύ της Ρωσίας και των ΗΠΑ.

Πού βρίσκονται οι πραγματικές προθέσεις και πού η αμοιβαία καχυποψία, δεν μπορεί να εκτιμηθεί σήμερα, με αποτέλεσμα μια παρατεταμένη αποσταθεροποιητική ασάφεια.

ΗΠΑ και Ρωσία, αντί να αλληλοκατηγορούνται για διατάραξη της ισορροπίας του τρόμου, αντιμετωπίζουν μια κοινή απειλή: Την περαιτέρω διασπορά των πυρηνικών όπλων σε έναν ολοένα και πιο πολυκεντρικό και άρα δύσκολα ελέγξιμο κόσμο.

2GK8B25 Nizhny Novgorod Region, Russia. 13th Sep, 2021. T-72B tanks take part in the Zapad 2021 joint Russian-Belarusian military exercises at the Mulino training range. The Zapad-2021 drills are held on September 10-16, 2021, on training grounds of Russia and Belarus and in the water area of the Baltic Sea; the exercises involve about 200,000 people, over 80 aircraft and up to 760 units of military hardware. Credit: Sergei Savostyanov/TASS/Alamy Live News

Μπορείτε επίσης να διαβάσετε το παρακάτω άρθρο που δημοσιεύτηκε χθες στο Capital.gr και που αναρτήθηκε στην ιστοσελίδα του Centre for European Reform

Του Ian Bond

Για δεύτερη φορά φέτος, οι ρωσικές δυνάμεις συγκεντρώνονται κοντά στα Βορειοανατολικά και Νότια σύνορα της Ουκρανίας, πλαισιώνοντας τις περιοχές γύρω από το Ντονμπάς, τις οποίες οι ίδιες ή πληρεξούσιοι τους ελέγχουν από την εισβολή στην Ουκρανία το 2014. Τον Απρίλιο, περισσότεροι από 100.000 Ρώσοι στρατιώτες αναπτύχθηκαν σε περιοχές κοντά στην Ουκρανία, φαινομενικά για ασκήσεις. Το ουκρανικό υπουργείο Άμυνας ισχυρίζεται ότι τώρα βρίσκονται περίπου 90.000 στην περιοχή. Το Κρεμλίνο έχει διεξάγει μια εκστρατεία ενημέρωσης κατά της Ουκρανίας εδώ και αρκετούς μήνες, αμφισβητώντας την κυριαρχία της. Η Ρωσία μπορεί να προετοιμάζεται να εισβάλει, ή απλώς σκοπεύει να εκφοβίσει. Καθώς συνεδριάζουν οι υπουργοί Εξωτερικών του ΝΑΤΟ στη Ρίγα, θα πρέπει να σκεφτούν πώς θα αποτρέψουν την Μόσχα, πώς θα καθησυχάσουν το Κίεβο και θα ελαχιστοποιήσουν την αστάθεια στην Ανατολική Ευρώπη.

Ο Ρώσος πρόεδρος Πούτιν δεν έχει κρύψει τις απόψεις του για την Ουκρανία. Το 2008, όταν η σύνοδος κορυφής του ΝΑΤΟ στο Βουκουρέστι υποσχέθηκε ένταξη στην Ουκρανία και στη Γεωργία, ο Πούτιν δήλωσε στον τότε πρόεδρο των ΗΠΑ Μπους: “Καταλαβαίνεις Τζωρτζ, ότι η Ουκρανία δεν είναι καν κράτος!”. Το 2013 ερωτηθείς από τον Charles Grant για την στάση του απέναντι στην Ουκρανία, ο Πούτιν τόνισε: “έχουμε κοινές παραδόσεις, μια κοινή νοοτροπία, μια κοινή ιστορία και μια κοινή κουλτούρα… Θέλω να το επαναλάβω, είμαστε ένας λαός.. η Ουκρανία είναι μέρος της μεγαλύτερης Ρωσίας, ή του Ρώσο-ουκρανικού κόσμου”.

Αυτή τη χρονιά ο Πούτιν επέστρεψε στο θέμα του. Σε ένα μακροσκελές άρθρο που δημοσιεύθηκε τον Ιούλιο, “Σχετικά με την ιστορική ενότητα Ρώσων και Ουκρανών”, ο Πούτιν υποστήριξε ότι η σύγχρονη Ουκρανία ήταν “αποκλειστικά αποτέλεσμα της σοβιετικής εποχής, διαμορφωμένη -κατά μεγάλο βαθμό- στα εδάφη της ιστορικής Ρωσίας”, και κατηγόρησε τη Δύση ότι επιδίωξε να μετατρέψει την Ουκρανία σε μια “αντί-μοσχοβική Ρωσία”. Ο πρώην πρωθυπουργός της Ρωσίας, Μεντβέντεφ, και τωρινός αντιπρόεδρος του Ρωσικού Συμβουλίου Ασφαλείας, ακολούθησε τον Οκτώβριο με ένα άρθρο που συνδέει τον Ουκρανό πρόεδρο Ζελένσκι (ο οποίος είναι Εβραίος) με Γερμανούς Εβραίους διανοούμενους που τους ζητήθηκε να υπηρετήσουν στα Ες Ες. Το συμπέρασμα του Μεντβεντεφ ήταν πως δεν υπάρχει νόημα να μιλάει κανείς σε Ουκρανούς υποτελείς των Δυτικών αφεντικών τους.
Υπάρχουν τρεις βασικές προσεγγίσεις που θα μπορούσε να ακολουθήσει η Δύση. Η πρώτη είναι ο Ζελένσκι να προχωρήσει σε παραχωρήσεις προς τον Πούτιν. Ένα πρόσφατο άρθρο του Samuel Charap στο RAND, υποστηρίζει ότι αντί να εστιάσουν μόνο στον εξαναγκασμό της Ρωσίας, οι ΗΠΑ θα πρέπει επίσης να προσπαθήσουν να βάλουν ένα τέλος στον κύκλο των κρίσεων, πιέζοντας το Κιέβο να λάβει μέτρα για την εφαρμογή των υποχρεώσεων του βάση της συμφωνίας Μινσκ 2 -τη συμφωνία που συνήφθη το 2015 από τον τότε Γάλλο πρόεδρο Ολάντ και τη Γερμανία Καγκελάριο Μέρκελ, όταν οι ουκρανικές δυνάμεις στο Ντονμπάς βρισκόταν πολύ κοντά στο να καταληφθούν. Φαίνεται ότι υπήρχε κάποια στήριξη για αυτή την προσέγγιση στην κυβέρνηση Μπάιντεν.

Η δεύτερη προσέγγιση που θα μπορούσε να υιοθετήσει η Δύση είναι να παραμείνει ουδέτερη, καλώντας και τις δυο πλευρές να δείξουν αυτοσυγκράτηση, μέχρι προσφάτως αυτή ήταν η προσέγγιση της Γαλλίας και της Γερμανίας: τον Απρίλιο, καθώς ενισχύονταν οι ρωσικές δυνάμεις κοντά στα ουκρανικά σύνορα, το Βερολίνο και το Παρίσι κάλεσε “όλες τις πλευρές να επιδείξουν αυτοσυγκράτηση και να εργαστούν για την άμεση αποκλιμάκωση της έντασης” -αγνοώντας το γεγονός ότι η Ρωσία απειλεί την Ουκρανία, και όχι το αντίθετο. Μια τέτοια ισότιμη προσέγγιση θα μπορούσε να ενθαρρύνει τον Πούτιν να σκεφτεί ότι μια επίθεση θα ήταν ουσιαστικά χωρίς κόστος ή ότι (όπως στο πρώτο σενάριο) η Δύση θα μπορούσε να υποχρεώσει την Ουκρανία να επιστρέψει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων προς το συμφέρον της αποκατάστασης της “σταθερότητας”.

Η τρίτη προσέγγιση που θα μπορούσε να ακολουθήσει η Δύση, είναι να εστιάσει στην αποτροπή της Ρωσίας και να καθησυχάσει την Ουκρανία. Αυτή δεν είναι καθόλου εύκολη επιλογή. Η πρώτη πρόκληση θα ήταν να πειστεί η δυτική κοινή γνώμη και το Κρεμλίνο ότι η Ουκρανία είναι εξίσου σημαντική για τη Δύση όσο είναι και για τη Ρωσία. Ρώσοι σχολιαστές έχουν κάνει καλή δουλειά τα τελευταία πολλά χρόνια στο δημιουργήσουν μια εικόνα ότι η Ουκρανία έχει υπαρξιακή σημασία για τη Μόσχα. Αλλά η επιβίωση της Ουκρανίας ως ένα ανεξάρτητο, δημοκρατικό κράτος είναι εξίσου ζωτικής σημασίας για τη Δύση, και ειδικά για τους Ευρωπαίους. Εάν η Ρωσία επιδίωκε να ελέγξει την ανατολική, κεντρική και νότια Ουκρανία, αφήνοντας ένα ασταθές δυτικό άκρο, οι επιπτώσεις στην ευρωπαϊκή ασφάλεια θα ήταν προφανείς -πολύ μεγαλύτερες από την προσάρτηση της Κριμαίας. Οι προσφυγικές ροές θα αποσταθεροποιούσαν τους δυτικούς γείτονες της Ουκρανίας: Σλοβακία, Ουγγαρία, Πολωνία και Ρουμανία. Η κυριαρχία της Ρωσίας στη Μαύρη Θάλασσα θα αυξανόταν, αφήνοντας τους συμμάχους του ΝΑΤΟ, Βουλγαρία και Ρουμανία, πιο ευάλωτες. Οι ρωσικές δυνάμεις θα ήταν αρκετές εκατοντάδες χιλιόμετρα πιο κοντά στην περιοχή του ΝΑΤΟ. Θα υπήρχαν συνέπειες και για τις ΗΠΑ επίσης. Ο Μπάιντεν έχει υπογραμμίσει επανειλημμένως την αμετακίνητη δέσμευση της Αμερικής στην κυριαρχία και εδαφική ακεραιότητα της Ουκρανίας -και ας μην είναι σύμμαχος της Συνθήκης. Εάν οι ΗΠΑ περίμεναν όσο η Ρωσία διαμέλιζε τη χώρα, θα υπονόμευε περισσότερο τη φήμη της Ουάσιγκτον ως αξιόπιστος εταίρος, μετά από την αποχώρηση της από το Αφγανιστάν.

Εάν τα δυτικά κράτη θέλουν να αποτρέψουν τη Ρωσία, το πιο αποτελεσματικό βήμα που θα μπορούσαν να κάνουν, αλλά και το πιο δύσκολο πολιτικά, θα ήταν να αναπτύξουν κάποιες δυτικές δυνάμεις κοντά στα σύνορα, εάν το ζητούσε η Ουκρανία. Η βρετανική εφημερίδα Mirror ανακοίνωσε ότι 600 μέλη των ειδικών δυνάμεων του Ηνωμένου Βασιλείου ήταν έτοιμα να αναπτυχθούν στην Ουκρανία. Δεν υπήρξε επίσημη επιβεβαίωση της ιστορίας ούτε παρόμοιες ιστορίες από άλλες δυτικές χώρες. Αλλά θα ήταν μια αξιόπιστη απάντηση στην τρέχουσα κατάσταση. Ο Πούτιν ήταν απρόθυμος να αντιμετωπίσει τις δυνάμεις κρατών-μελών του ΝΑΤΟ άμεσα. Όταν οι ΗΠΑ σκότωσαν περίπου 200 Ρώσους μισθοφόρους σε μια μάχη στη Σύρια, ο Πούτιν δεν κλιμάκωσε, αλλά ουσιαστικά τους αποκήρυξε. Μετά από την κατάρριψη ενός ρωσικού πολεμικού αεροσκάφους στον τουρκικό εναέριο χώρο το 2015, η Ρωσία επέβαλε κυρώσεις, αλλά δεν προχώρησε σε στρατιωτικά αντίποινα.

Εάν οι δυτικές χώρες ενίσχυαν όντως τη στρατιωτική στήριξη προς την Ουκρανία, θα ήταν ακόμη πιο ζωτικής σημασίας να διατηρούνταν ανοιχτοί δίαυλοι επικοινωνίας προς τη ρωσική ηγεσία (στο βαθμό που υπάρχουν) για να διασφαλιστεί ότι οι προθέσεις της Δύσης γίνονται κατανοητές. Εάν οι χώρες επιλέξουν να αναπτύξουν δυνάμεις στην Ουκρανία, θα πρέπει να καταστήσουν σαφές στη Ρωσία ότι βρίσκονταν εκεί μόνο για την επιδίωξη του δικαιώματος της Ουκρανίας στην αυτοάμυνα, σύμφωνα με τον Χάρτη του ΟΗΕ. Και ότι εάν οι ρωσικές δυνάμεις επιστρέψουν σε επίπεδα φυσιολογικά για καιρό ειρήνης, δεν θα υπήρχε ανάγκη να αναπτυχθούν δυτικές δυνάμεις στην Ανατολική Ουκρανία. Την ίδια στιγμή, η Δύση θα έπρεπε να τονίσει στον Ζελένσκι ότι η ανάπτυξη των δυτικών δυνάμεων δεν είχε σκοπό να του δώσει λευκή επιταγή για στρατιωτική δράση αλλά να σταθεροποιήσει την κατάσταση και να αποτρέψει τη σύγκρουση.

Εάν ο Πούτιν μπορεί να πετύχει τους στόχους του χωρίς να χρειάζεται να ρισκάρει ανοιχτή σύγκρουση, θα το κάνει. Εάν πιστεύει ότι η σύγκρουση είναι απαραίτητη, θα πολεμήσει, εκτός και αν θεωρήσει το πιθανό κόστος πολύ υψηλό. Η ιστορία των πολέμων του Πούτιν στη Γεωργία, στην Ουκρανία και στη Σύρια, υποδηλώνει ότι θα πάρει υπολογισμένο ρίσκο -ρίσκο που ενδέχεται να μην αναλάβουν οι δυτικοί ομόλογο του- αλλά δεν είναι απερίσκεπτος. Προτού αποφασίσει να στείλει τις δυνάμεις του στα ουκρανικά σύνορα, το ΝΑΤΟ πρέπει να του δείξει ότι θα ήταν όντως απερίσκεπτο.

Μπορείτε να δείτε το αγγλικό κείμενο εδώ: https://www.cer.eu/insights/why-west-should-deter-russian-attack-ukraine

The Centre for European Reform is an award-winning independent think-tank devoted to making the EU work better, and strengthening its role in the world. We are pro-European but not uncritical.